Αναζητώντας τον πραγματικό ένοχο

Από τις Αγωνιστικές Κινήσεις Εκπαιδευτικών εκδόθηκε η παρακάτω ανάρτηση κείμενο με αφορμή την επιστολή παραίτησης αναπληρωτή καθηγητή σε λύκειο ΕΠΑΛ:

Τον Δεκέμβρη του 2008, η εξεγερμένη νεολαία ξεσπούσε στους δρόμους τη δίκαιη οργή της φωνάζοντας: «Δεν είναι οι εξετάσεις, δεν είναι οι βαθμοί, είναι που μας κλέβουν όλη τη ζωή». 14 χρόνια – και τρία μνημόνια – μετά και μπροστά σε έναν… υποσχόμενο βαρύ χειμώνα, οι σημερινοί έφηβοι, τα παιδιά του λαού που συναισθάνονται ότι τους κλέβουν τη ζωή και τους στερούν τα όνειρα, «εκδικούνται» με τον μόνο τρόπο που γνωρίζουν: απορρίπτοντας, γκρεμίζοντας, γελοιοποιώντας ένα εκπαιδευτικό σύστημα που τα έχει πρώτο αυτό και προ πολλού απορρίψει σφραγίζοντας το μέλλον τους με το άγχος της επιβίωσης, την εργασιακή ανασφάλεια και τη βίαιη καταστολή κάθε διαμαρτυρίας. Και είναι γνωστό ότι όταν δεν υπάρχει συλλογική διέξοδος, τότε αυτή η αμφισβήτηση μπορεί να είναι τυφλή αλλά και να «δανείζεται» στοιχεία από το ίδιο το σύστημα. Οπως την άδικη βία στον διπλανό τους ή στον αδύναμο. Αυτή, άλλωστε, είναι η κουλτούρα της κοινωνίας της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Η επιστολή παραίτησης του καθηγητή του ΕΠΑΛ που τις τελευταίες μέρες αναπαράγεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συζητιέται στις παρέες, καταδεικνύει τους εκπαιδευτικούς ως τους άμεσους αποδέκτες της νεανικής απόγνωσης και γίνεται αφορμή πολλαπλών αναγνώσεων και αναλύσεων. Οι περισσότερες από αυτές, είτε πελαγοδρομούν σε ανούσιες ηθικολογίες, νοσταλγώντας τους «παλιούς καλούς καιρούς» που οι νέοι «σέβονταν τους θεσμούς», είτε, εκ του πονηρού, κατηγορούν τους εκπαιδευτικούς ως ανεπαρκείς επαγγελματίες που πρέπει να κριθούν και να αξιολογηθούν. Και το πιο αυτονόητο και επιτακτικό ερώτημα δεν θ’ ακουστεί ποτέ σε κανένα κανάλι:

Μπορεί, άραγε, το σχολείο να δώσει λύση σε προβλήματα που γεννά η φτώχεια, η ανεργία, ο φόβος του πολέμου, η μόνιμη ανασφάλεια και η απουσία κάθε προσωπικού και κυρίως συλλογικού οράματος για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο; Μπορούν οι εκπαιδευτικοί που καλούνται να εφαρμόσουν ακραία ταξικά μέτρα, μέτρα αποκλεισμού όπως η τράπεζα θεμάτων και η ΕΒΕ, ή να «σπάσουν» με τηλεκπαίδευση τις μαθητικές καταλήψεις,  να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα τα αδιέξοδα και την απόγνωση που αυτά τα μέτρα προκαλούν; Μπορούν οι εκπαιδευτικοί να απαντήσουν την ιδεολογική χρεοκοπία της κοινωνίας της φτώχειας και του πολέμου; Να υποκαταστήσουν την ηθική έκπτωση μιας σάπιας κοινωνίας και την έλλειψη αισιόδοξης προοπτικής της;

Για όποιον δεν έχει συμφέρον να εθελοτυφλεί η απάντηση είναι κατηγορηματικά αρνητική. Αντιθέτως, το εκπαιδευτικό σύστημα είχε πάντα έναν βασικό στόχο: την αναπαραγωγή και την νομιμοποίηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Πότε με τα ιδεολογήματα των «ίσων ευκαιριών» και της «αξιοκρατίας», πότε με την «αξιολόγηση» και την «αριστεία» και πότε με την καραμέλα του σχολικού εκφοβισμού ως απάντηση σε κάθε πρόβλημα, το σχολείο επιδιώκει να αποκρύψει τις επιπτώσεις των κοινωνικών προβλημάτων και να απορροφήσει τους κραδασμούς της ταξικής πάλης. Και φυσικά, ανυποψίαστος φορέας της κυρίαρχης ιδεολογίας, καλοπροαίρετος διεκπεραιωτής κάθε εγκυκλίου, εφαρμοστής κάθε νέας μεθόδου, είναι ο πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος εκπαιδευτικός. Θύτης και  θύμα ταυτόχρονα, όσο αποδέχεται το ρόλο που του επιφυλάσσει το σύστημα θα παραπαίει ανάμεσα στον αυταρχισμό και στην σχολική φιλανθρωπία και θα καταλήγει το ίδιο ηττημένος με τους μαθητές του. 

Ποιος εκφοβίζει ποιον; 

Στην επιστολή του, ο συνάδελφος αναφέρει ότι στην παραίτηση τον οδήγησε ο συνεχής εκφοβισμός (bullying) από τους μαθητές που επιβάλλουν την εξουσία τους στο σχολείο. Η πραγματική εξουσία όμως βρίσκεται αλλού. Εδώ και καιρό, η ογκώδης βιβλιογραφία και η ευρύτατη χρήση του όρου «σχολικός εκφοβισμός», τον έχουν καταστήσει το μοναδικό πρίσμα μέσα από το οποίο φιλτράρεται και ερμηνεύεται κάθε «αποκλίνουσα» συμπεριφορά.  Στην πραγματικότητα, ο όρος «ενδοσχολική βία» είναι σχεδόν ό,τι πιο βολικό έχει επινοήσει το σύστημα τα τελευταία χρόνια. Μία ιδεολογική – πολιτική κατασκευή που απογυμνώνει τις ανθρώπινες συμπεριφορές από την κοινωνική τους διάσταση και τις εγκλωβίζει στο χώρο του σχολείου. Ένας αποτελεσματικός μηχανισμός συμμόρφωσης που «ψυχολογικοποιεί» τη μαθητική συμπεριφορά και, ως δια μαγείας, μετατρέπει τη βία της φτώχειας, της ανασφάλειας και της έλλειψης προοπτικής σε ψυχολογικό πρόβλημα που αντιμετωπίζεται ενδοσχολικά και κατά περίπτωση. Οταν:

  • Η βία του πολέμου έρχεται όλο και πιο κοντά και «σωστή πλευρά της ιστορίας» παρουσιάζεται η παράδοση της χώρας στην πιο δολοφονική μηχανή του πλανήτη, τον αμερικανονατοϊκό στρατό…
  • Η βία των ΜΑΤ ανοίγει κεφάλια νέων σε κάθε διαδήλωση αλλά και στις πλατείες για τις νέες και νέους που πίνουν μια μπίρα…
  • Η βία των εξεταστικών σφαγείων τους απορρίπτει από τις σπουδές, οι οποίες αποτελούν την μοναδική πιθανότητα να βρουν μια στοιχειωδώς αξιοπρεπή δουλειά στην εξαρτημένη Ελλάδα της αποβιομηχάνισης και της εργασιακής κόλασης στην… «βαριά βιομηχανία» του τουρισμού και της εστίασης…
  • Η βία της εργοδοσίας τους καταπατά κάθε εργασιακό δικαίωμα…
  • Η βία του θεάματος του τρομοκρατημένου αξιολογημένου εκπαιδευτικού που κάθε τόσο σέρνεται στα δικαστήρια, γίνεται καθημερινή κουλτούρα της σχολικής ζωής…
  • Η βία των μηνύσεων σε καταληψίες μαθητές περνάει στα ψιλά…
  • Η βία της υποκουλτούρας και των «πολιτιστικών» σκουπιδιών των Μέσων Μαζικής Εξαπάτησης και των κατευθυνόμενων Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης ξεπερνάει κάθε όριο…

…Τότε είναι αστείο να εκπλησσόμαστε με τα φαινόμενα βίας στα σχολεία. Με όλους τους παραπάνω (και πολλούς ακόμα) τρόπους ασκείται, τόσο η φανερή και απροκάλυπτη, όσο και η «κεκαλυμμένη», αόρατη βία της εξουσίας. Αποπροσανατολίζοντας τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές και τους γονείς τους και ωθώντας τους να αναζητούν «ενόχους» μέσα στο σχολείο και «λύσεις» έξω και μακριά από τις κοινωνικές ζυμώσεις, την ταξική αντιπαράθεση και τους συλλογικούς αγώνες. Σε παιδαγωγικές μεθόδους με εντυπωσιακά ονόματα, σε εισαγγελείς, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Κι επειδή οι λύσεις αυτού του είδους αποτυγχάνουν ξανά και ξανά – είναι σχεδιασμένες για να αποτυγχάνουν- εμείς στεκόμαστε, όπως πολύ παραστατικά γράφει ο εκπαιδευτικός στην επιστολή του, σα «νεκροζώντανοι» μέσα στις τάξεις. Και ίσως και έξω από αυτές.

Αναζητώντας διέξοδο εκτός των σχολικών τειχών

Η μόνιμη αίσθηση της απαξίωσης και της ήττας  που νιώθουν οι εκπαιδευτικοί τα τελευταία χρόνια, έχει κι αυτή …. ψυχολογικοποιηθεί επαρκώς.  Είναι της μόδας να την λέμε «επαγγελματική εξουθένωση» (burn out) και να εντοπίζουμε την αιτία της, αποκλειστικά εντός του χώρου εργασίας. Ποτέ όμως, εκτός των σχολικών τειχών, στην απουσία συλλογικών τρόπων και δρόμων αντίστασης απέναντι σε μια καταιγίδα βάρβαρων, σχεδόν απάνθρωπων μέτρων που καλούμαστε να εφαρμόσουμε και να νομιμοποιήσουμε προσποιούμενοι πως δεν γνωρίζουμε τις δραματικές επιπτώσεις που θα έχουν στη ζωή των μαθητών μας και στην δική μας. Η εξουθένωση είναι προφανώς το λιγότερο που μπορούμε να περιμένουμε.

Κι όμως, κατά βάθος το ξέρουμε. Όλες τις φορές που συλλογικά ορθώσαμε το ανάστημά μας, ενώσαμε τη φωνή μας με αυτή των μαθητών μας και των γονιών τους και βγήκαμε στο δρόμο να αντισταθούμε και να διεκδικήσουμε, η εξουθένωση εξαφανίστηκε και έδωσε τη θέση της στην περηφάνια και τη διάθεση να συνεχίσουμε ν’ αγωνιζόμαστε. Το σύστημα βέβαια και οι απολογητές του, έχουν στη φαρέτρα τους πολλά εργαλεία και πολλούς «υπέρ άνω υποψίας» συνεργάτες για να κάμψουν το αγωνιστικό φρόνημα πριν γιγαντωθεί. Γνωρίζουν όμως πολύ καλά την δύναμη των συλλογικών αγώνων. Γνωρίζουν πως, στο δρόμο, τα πάσης φύσεως ιδεολογήματα που έχουν εφεύρει για να κρατάνε τους εργαζόμενους και τους νέους «νεκροζώντανους»,  σε μια κατάσταση μόνιμης ενοχής και απαξίωσης, μπορούν εύκολα να καταρριφθούν. Γι’ αυτό και τον τελευταίο καιρό με κάθε τρόπο, με νόμους, υπουργικές αποφάσεις, με δικαστήρια, με ΜΑΤ και δακρυγόνα επιτίθενται με σφοδρότητα όποτε μια ομάδα ανθρώπων και κυρίως νέων διαδηλώνει και απεργεί. Γιατί φοβούνται τη στιγμή που οι άνθρωποι θα ξαναβγούν στο δρόμο του αγώνα. Καιρός να επαληθεύσουμε τους φόβους τους.