Από πρόσφατη ανακοίνωση του βουλευτή του νομού μας στα τοπικά ΜΜΕ, πληροφορηθήκαμε ότι υπογράφηκε στις 29 Απριλίου η σύμβαση του έργου της «ανακατασκευής» του μουσείου. Δυστυχώς, οι κρατούντες δεν άκουσαν τη φωνή των δεκάδων ειδικών καθηγητών και εμπειρογνωμόνων του ΕΜΠ, τόσο για την αξία και τη σπουδαιότητα του κτηρίου, όσο και για τη δυνατότητα επισκευής του. Με λίγες εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ μπορούσε να επισκευαστεί το κτήριο και ταυτόχρονα θα εξοικονομούσαμε έξι (6) εκατομμύρια ευρώ για ένα νέο μουσείο. (Όποιος ενδιαφέρεται για περισσότερες πληροφορίες μπορεί να ψάξει στο διαδίκτυο τα σχετικά δημοσιεύματα για την καμπάνια του Ιδρύματος Κεφαλονιάς και Ιθάκης υπέρ της άποψης αυτής).
Η δικαιολογία ότι δεν επισκευαζόταν, αντικρούεται όχι μόνο από τους ειδικούς στατικούς μηχανικούς του ΕΜΠ, του ΤΕΕ κλπ. αλλά και από την απλή λογική. Το περίπτερο του Αίνου, το Δημαρχείο, το 5ο δημοτικό σχολείο, το 1ο δημοτικό σχολείο Ληξουρίου, το Φανάρι Αγίων Θεοδώρων, είχαν προβλήματα με τους οπλισμούς του φέροντα οργανισμού τους, αλλά επισκευάστηκαν και αποκαταστάθηκαν. (βλέπε παρακάτω εικόνες πριν την επισκευή)
Έτσι, κεντρικοί και τοπικοί ιθύνοντες «χωρίς περίσκεψίν, χωρίς αιδώ» αποφάσισαν να το κατεδαφίσουν και να φτιάξουν (όπως λένε) ένα αντίγραφο του έργου του Καραντινού… Δεν τους άρεσε το αυθεντικό. Αλλά και εδώ ακολούθησαν το χειρότερο δρόμο. Αφού μείωσαν τον κοινόχρηστο χώρο, έκαναν μόνο μια προμελέτη με την οποία δημοπράτησαν απευθείας το έργο. Δηλαδή με τη περιβόητη μέθοδο της μελετοκατασκευής! Όχι με πλήρη μελέτη (προμελέτη, οριστική μελέτη, μελέτη εφαρμογής) και κατόπιν ανάθεση της κατασκευής. Έγιναν μήπως αυτές οι μελέτες και δεν το ξέρουμε; Μας έδειξαν ποτέ τα σχέδια του κτηρίου; Υπάρχει, δυστυχώς, μεγάλο έλλειμα πληροφόρησης και διαφάνειας στο ζήτημα αυτό.
Οι σχετικοί με τα δημόσια έργα γνωρίζουν ότι η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται όπου υπάρχει βιασύνη για συντόμευση ενός έργου με δυσμενή όμως αποτελέσματα για την ποιότητα της κατασκευής. Το αποδεικνύουν περιπτώσεις δημοσίων κτηρίων (εκπαιδευτικών, υγειονομικών και άλλων) που παρουσίασαν οικοδομικά προβλήματα μέσα σε λίγα χρόνια.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Πρόκειται κυρίως για το κοινωνικό αγαθό που λέγεται δημόσια αρχιτεκτονική. Γιατί τα εμβληματικά κτήρια ενός τόπου, δεν φτιάχνονται με εργολαβίες μελετοκατασκευών, αλλά με αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς με πλήρη διαφάνεια, ώστε να έχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα λειτουργικά, αισθητικά και μορφολογικά. Εδώ, δεν υπάρχουν στην ουσία μελετητές, αλλά μόνο κατασκευαστές, που σχεδιάζουν «βλέποντας και κάνοντας». Είναι έργο χωρίς επώνυμη αρχιτεκτονική υπογραφή. Διότι σε τέτοια οικοδομήματα, δεν έχει σημασία μόνο το περιεχόμενο (εδώ τα αρχαιολογικά ευρήματα), αλλά και το κέλυφος που τα φιλοξενεί. Έτσι κάνουν παντού σε ολόκληρο κόσμο για τα μουσεία.
Δυστυχώς, τέσσερα χρόνια πέρασαν (και άλλα έξι πριν) για να καταλήξουμε σε μια …μελετοκατασκευή. Αντί να αποκαταστήσουμε το μνημείο, ή έστω, να δώσουμε μια αξιοπρεπή στέγη για την τοπική αρχαιολογική μας κληρονομιά, αντάξια της σπουδαιότητάς της. Κρίμα…