Τώρα που έχει μπει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης, ας θυμηθούμε ένα προϊόν που αποτέλεσε και ουσιαστική κάλυψη αυτής της ανάπτυξης στη πατρίδα μας. Ο λόγος για το φυσικό χριστουγεννιάτικο δέντρο, η καλλιέργεια του οποίου περιελάμβανε πάντα τον τριπλό χαρακτήρα της έννοιας της αειφορίας: τον κοινωνικό, αφού για πολλά χρόνια συνέβαλε στην εργασιακή απασχόληση πολλών κατοίκων ορισμένων (ημι)ορεινών περιοχών, τον οικονομικό, αφού τους πρόσφερε σημαντικό εισόδημα και κίνητρο παραμονής στον τόπο τους και τον περιβαλλοντικό, αφού διεύρυνε τη δασοκάλυψη σε μεγάλα σε έκταση κομμάτια γης, χωρίς την χρήση τοξικών χημικών για την καλλιέργεια του.
Το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου ξεκίνησε μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και στη συνέχεια, ο λαός το υιοθέτησε. Τα εορταστικά δενδρύλλια δεν κόβονται από τα ελληνικά δάση, αλλά παράγονται σε ιδιωτικές τεχνητές φυτείες των παραγωγών στις (ημι)ορεινές περιοχές της χώρας ακριβώς για αυτό το σκοπό.
Ωστόσο, έχει αδικηθεί από εμάς τους πολίτες με την κατηγορία ότι η κοπή του καταστρέφει το περιβάλλον. Έτσι πια, η παραγωγή του στις (ημι)ορεινές περιοχές μειώνεται συνεχώς συρρικνώνοντας ταυτόχρονα και τον αριθμό των αυτοαπασχολούμενων σ’ αυτές ενώ αυξάνεται ο μέσος όρος ηλικίας τους, με άμεση συνέπεια να ελαττώνεται το προσφερόμενο προϊόν.
Όμως, πάντοτε υπάρχει δυνατότητα αναστροφής της κατάστασης αρκεί να σκεφτούμε ότι αν θέλουμε να αποκτήσουμε μια ορθολογική «οικολογική» συμπεριφορά, χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε ότι η κατασκευή, όπως και η ταφή, του πλαστικού χριστουγεννιάτικου δέντρου έχει αναρίθμητες περιβαλλοντικές επιδράσεις. Αντίθετα το φυσικό δέντρο καλλιεργείται σε γη ιδιωτών παραγωγών όπου δεν μπορούσε να παραχθεί κανένα άλλο αγροτικό προϊόν, συμβάλλει στην αντιπλημμυρική και αντιδιαβρωτική προστασία του εδάφους, κατακρατά τα ρυπογόνα αέρια του θερμοκηπίου, απελευθερώνει οξυγόνο και αποτελεί καταφύγιο για την άγρια πανίδα. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι μέσω της κοπής του αποτελεί πηγή εισοδήματος για ορισμένους ανθρώπους και ομορφαίνει το χώρο μας κατά την περίοδο των εορτών, ενώ τα προαναφερθέντα περιβαλλοντικά οφέλη δεν χάνονται, αφού στην θέση του φυτεύεται άμεσα άλλο.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν υπάρχει δίλημμα για την αγορά του χριστουγεννιάτικου δέντρου μια και η πλειονότητα των πολιτών προτιμά το φυσικό.
Οπότε το δικό μας ερώτημα δεν πρέπει πια να είναι «φυσικό ή πλαστικό δέντρο», αλλά το πότε θα αποφασίσουμε να στηρίξουμε έμπρακτα την ορεινή οικονομία της χώρας μας και την μετρίαση της τάσης εγκατάλειψης των αγροτικών περιοχών και (μόνιμης) εγκατάστασης σε αστικά κέντρα (αστυφιλία). Μήπως είναι φέτος η στιγμή;