Αρχίζω τονίζοντας ότι η Αυστραλία που βρήκα, όταν για πρώτη φορά πάτησα το πόδι μου στη μεγάλη αυτή ήπειρο, ήταν πολύ διαφορετική από την Αυστραλία του σήμερα.
Τότε, τον Ιανουάριο του 1970, ήταν μια χώρα που παρέμενε αυστηρά αγγλοσαξονική, με πληθυσμό 12 εκατομμύρια και με μια κοινωνία που χαρακτηριζόταν από ξενοφοβία. Ήταν ανασκουμπωμένη σε ότι αφορούσε τους μη αγγλοσάξονες μετανάστες.
Σήμερα έχει πληθυσμό 26 και πλέον εκατομμύρια, και έχει μεταμορφωθεί σε μια χώρα πολυπολιτισμική με μια κοινωνία ανεκτική στη διαφορετικότητα των πολιτισμών.
Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένων των δεύτερης και τρίτης γενιάς, ανέρχεται σε ένα εκατομμύριο.
Οι πρώτοι εφτά Έλληνες έφθασαν στην Αυστραλία το 1829 καταδικασμένοι από τους Βρετανούς ως πειρατές ενώ στην πραγματικότητα ήταν ναυτικοί αγωνιστές της επανάστασης του 1821. Όταν συστάθηκε το ελληνικό κράτος, η Αθήνα ζήτησε από το Λονδίνο να άρει την καταδικαστική απόφαση και να αφήσει ελεύθερους τους εφτά ναυτικούς, κάτι που τελικά έγινε. Πέντε από τους αγωνιστές επέστρεψαν στην Ελλάδα, οι άλλοι δύο – ο Γκίκας Βούλγαρης και ο Αντώνης Μανώλης – επέλεξαν να συνεχίσουν τη ζωή τους στην Αυστραλία. Έτσι τέθηκαν τα θεμέλια της μεγάλης ομογένειας των Αντιπόδων.
Σε ότι αφορά τους Ιθακήσιους πιστεύεται ότι σήμερα ο αριθμός τους ξεπερνάει τις 12 χιλιάδες. Οι περισσότεροι ζουν στη Μελβούρνη ενώ μεγάλος αριθμός Ιθακησίων ζει και στο Σίδνεϊ. Στις δύο αυτές μεγαλουπόλεις της Αυστραλίας υπάρχουν οι δύο μεγάλες αδελφότητες.
Δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία αλλά εκτιμώ ότι στη Μελβούρνη ζουν πάνω από 7.000 χιλιάδες Ιθακήσιοι και στο Σίδνεϊ 3.000. Οι υπόλοιποι είναι διασκορπισμένοι στην πρωτεύουσα της Αυστραλίας, την Καμπέρα, την Αδελαϊδα, τη Βρισβάνη, το Νιούκαστλ και σε άλλες πόλεις.
Μεγάλοι αριθμοί Ιθακησίων μετανάστευσαν στην Αυστραλία, και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, κυρίως μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1953, σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.

Οι πρώτοι Ιθακήσιοι μετανάστες, όπως και όλοι οι μετανάστες, απασχολήθηκαν αρχικά σε εργοστάσια αλλά σύντομα πολλοί άρχιζαν δικές τους δουλειές. Άνοιγαν δικά τους καταστήματα, για παράδειγμα, στους τομείς της εστίασης και λιανικού εμπορίου. Τα παιδιά τους – και τώρα τα εγγόνια και δισέγγονά τους – σπουδάζουν και καταλαμβάνουν σημαντικές θέσεις τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα.
Όσα χρόνια και να έχει ζήσει στο εξωτερικό, ο Ιθακήσιος παραμένει ένας σύγχρονος Οδυσσέας. Δεν ξεχνά ποτέ το νησί του. Το νοσταλγεί και το επισκέπτεται συχνά, όσο του επιτρέπουν οι επιχειρηματικές ή επαγγελματικές του υποχρεώσεις.
Παλαιότερα αυτές οι επισκέψεις ήταν δύσκολες γιατί οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων ήταν απαγορευτικές. Σήμερα, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά σε ότι αφορά τις τιμές. Για να αντιληφθείτε τις διαφορές, όταν εγώ ταξίδευσα στην Αυστραλία τον Ιανουάριο του 1970, η τιμή του εισιτηρίου απλής διαδρομής ήταν 740 δολάρια, δηλαδή χρειαζόσουνα τους μισθούς 15 εβδομάδων, αν λάβουμε υπόψη μας ότι τότε ο μέσος μισθός ήταν 50 περίπου δολάρια. Σήμερα το κόστος ενός μετ’ επιστροφής εισιτηρίου από την Αθήνα για το Σίδνεϊ ή τη Μελβούρνη είναι περίπου 2.800 δολάρια, δηλαδή δύο εβδομαδιαίοι μισθοί και κάτι!
Πότε, όμως, έφτασαν οι πρώτοι Ιθακήσιοι στην Αυστραλία;
ΟΙ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ
Είναι ένα ερώτημα που δύσκολα μπορείς να απαντήσεις μετά βεβαιότητας λόγω έλλειψης επίσημων ταξιδιωτικών εγγράφων αλλά και κυρίως γιατί το Δέκατο Ένατο αιώνα πολλοί ναυτικοί το «έσκαγαν» από τα πλοία τους και γινόντουσαν αρχικά παράνομοι μετανάστες.
Είναι βέβαιο ότι η αγγλική κατοχή των Επτανήσων βοήθησε στη μετανάστευση Επτανησίων στην τότε αγγλική αποικία. Οι Άγγλοι, θέλοντας να αυξήσουν τον πληθυσμό της Αυστραλίας ενθάρρυναν τη μετανάστευση από την Ευρώπη και τη Μεγάλη Βρετανία βέβαια, με ένα τρόπο που αποκαλείτο «Passage» – δηλαδή επιδοτούσαν τα έξοδα μετανάστευσης.
Σίγουρο πάντως είναι ότι οι Ιθακήσιοι ήταν από τους πρώτους ευρωπαίους, μη αγγλοσάξονες, μετανάστες.
Οι Ιθακήσιοι των Αντιπόδων – 2
Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες ο Ανδρέας Λεκατσάς ήταν ο πρώτος Ιθακήσιος που έφθασε στην Αυστραλία και συγκεκριμένα στη Μελβούρνη, ως ναύτης σε βρετανικό πλοίο. Η άφιξή του τοποθετείται στα 1848. Ένα χρόνο αργότερα έφθανε ο Γεώργιος Μορφέσης.

Ο ανήσυχος Λεκατσάς πήγε στην περιοχή Μπαλαράτ της Πολιτείας Βικτώριας όπου είχαν βρεθεί πλούσια κοιτάσματα χρυσού, την περίοδο κατά την οποία είχαν εξεγερθεί οι χρυσοθήρες διαμαρτυρόμενοι για το υψηλό κόστος της άδειας εξόρυξης που είχαν επιβάλει οι βρετανικές αποικιακές αρχές. Στην αρχή οι διαμαρτυρίες ήταν ειρηνικές και κορυφώθηκαν στις 3 Δεκεμβρίου του 1854 με την ένοπλη σύγκρουση χρυσοθήρων και αποικιακών δυνάμεων που είχε σαν αποτέλεσμα να σκοτωθούν 27 άτομα και να τραυματιστούν περίπου 150 – οι περισσότεροι από τις τάξεις των επαναστατημένων χρυσοθήρων.
Ο Ανδρέας Λεκατσάς επέστρεψε στην Ιθάκη το 1870 όπου άρχισε να αφηγείται, με γλαφυρό τρόπο, πόσο πιο εύκολη ήταν η ζωή στους Αντίποδες προκαλώντας έτσι το ενδιαφέρον των συμπατριωτών του με αποτέλεσμα τη μαζική μετανάστευσή τους στην Αυστραλία στα τέλη του 19ουκαι τις αρχές του 20ουαιώνα.
Οι Ιθακήσιοι της Αυστραλίας συμμετείχαν από την αρχή στα κοινά της μικρής τότε ελληνικής παροικίας της Μελβούρνης και του Σίδνεϊ.
Στη Μελβούρνη η παρουσία των Ιθακήσιων είναι έντονη και υπάρχουν αρκετά τοπωνύμια με το όνομα Ithaca- Ιθάκη.
Τα πρώτα χρόνια της μετανάστευσης ήταν δύσκολα με την κατ’ εξοχήν αγγλοσαξονική κοινωνία να κάνει διακρίσεις σε βάρος των νέων μεταναστών. Έτσι οι Ιθακήσιοι – όπως και οι άλλοι μη αγγλοσάξονες μετανάστες – θέλοντας να κρύψουν την προέλευσή τους άλλαζαν τα επίθετά τους. Ο Μαυροκέφαλος και ο Μαυρομάτης γινόταν Black, ο Καλλίνικος Collins, ο Λεκατσάς Lucas, ο Μωραϊτης Morrisκαι ο Σικιώτης Scott!
Στο βιβλίο του «Οι Ιθακήσιοι» και συγκεκριμένα στο τρίτο κεφάλαιο, ο συγγραφέας Κυριάκος Αμανατίδης αναφέρεται στην ίδρυση, το 1916, του Φιλανθρωπικού Συνδέσμου Ιθακησίων «Ο Οδυσσεύς», γεγονός που έδωσε τη δυνατότητα στους Ιθακήσιους, αλλά και στους άλλους Έλληνες, να συναντιούνται σε ένα φιλικό περιβάλλον. Αυτό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό την εποχή εκείνη, καθότι στους Έλληνες (και σε άλλους μη Αγγλοσάξονες) δεν επιτρεπόταν η είσοδος σε λέσχες αυστραλιανών σωματείων.
ΔΙΑΠΡΕΠΕΙΣ ΙΘΑΚΗΣΙΟΙ
Ας έρθουμε, όμως, σε πιο πρόσφατες εποχές. Στον 20οαιώνα.
Πάμπολλοι είναι οι Ιθακήσιοι που διέπρεψαν και διαπρέπουν στους Αντίποδες.

Επέλεξα πέντε σημαντικούς Ιθακήσιους σαν ένα δείγμα ατόμων που πρόσφεραν ή εξακολουθούν να προσφέρουν στη χώρα που τους ανέδειξε αλλά και στην γη της καταγωγής τους.
Πρόκειται για τους Αντώνιο Λεκατσά, Στάθη Ραφτόπουλο, το Γιώργο Παϊζη, τον Τόνυ Ράφτυ ή Αντώνιο Ραυτόπουλο και τον καθηγητή Ψυχολογίας Γεώργιο Παξινό.
Είναι γνωστό ότι οι Ιθακήσιοι, όπως και οι Κεφαλονίτες, έχουν τη μετανάστευση στο αίμα τους. Τίποτα δεν μας κρατάει στον τόπο μας.
Πρώτος διδάξας ο Οδυσσέας.
Από αρχαιοτάτους χρόνους, λοιπόν, αναζητούν την περιπέτεια και μια καλύτερη ζωή σε τόπους μακρινούς.
Ο ξενιτεμός είναι η κοινή μοίρα των κατοίκων των δύο νησιών.
Όπου, όμως, και αν βρεθούν, όσο μακριά και αν πάνε, δεν ξεχνούν ποτέ το τόπο τους. Και αν δεν μπορούν να γυρίσουν μόνιμα, κάνουν συχνές επισκέψεις για να «φορτίσουν τις μπαταρίες τους» με τον αέρα που χαϊδεύει τα βουνά του νησιού τους, με το χάδι της θάλασσας που τα περιβάλλει, με τις κουβέντες που θα ανταλλάξουν με τους παλιούς γνώριμους…
Βλέπετε, ο νόστος είναι ακαταμάχητος που οδηγεί τους ξενιτεμένους αν όχι στην μόνιμη επιστροφή, όπως πέτυχε ο πολυμήχανος Οδυσσέας, στις συχνές επισκέψεις…
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΛΕΚΑΤΣΑΣ
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα Ιθακήσιου που εγκατέλειψε το νησί του αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο είναι ο αείμνηστος επιχειρηματίας Αντώνιος Λεκατσάς.
Σύμφωνα με άρθρο του αρχισυντάκτη της έγκριτης εφημερίδας «Νέος Κόσμος», του καλού φίλου Σωτήρη Χατζημανώλη, «ο Αντώνιος Λεκατσάς άλλαξε την εικόνα της Μελβούρνης με πανέμορφα κτίρια που εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα, υποχρέωσε όλους τους ομογενείς να ενισχύουν οικονομικά τις ένοπλες δυνάμεις της Ελλάδας στον πόλεμο του ’40 και ηγήθηκε των δυο σημαντικότερων ομογενειακών οργανισμών της εποχής…».
OΑντώνιος Ιωάννης Γεράσιμος Λεκατσάς, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 18 Oκτωβρίου 1862, στην Ιθάκη. Ήταν το δεύτερο παιδί του ιερέα Ιωάννη Λεκατσά και της Μαγδαληνής Παλμού.
Σε ηλικία 17 χρόνων, προσπαθώντας να ξεφύγει από τη φτώχεια του νησιού, ο Λεκατσάς πήγε να εργαστεί στην Πάτρα. Αφού υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό για δύο χρόνια, επέστρεψε στη γενέτειρά του, Εξωγή. Εκεί, αυτός ο φιλόδοξος νεαρός άνδρας επηρεάστηκε από το θείο του, τον Ανδρέα Λεκατσά που προανέφερα, ο οποίος είχε δουλέψει στα χρυσορυχεία της Αυστραλίας και επέστρεψε στην Ιθάκη πλούσιος. Έτσι ο Αντώνιος Λεκατσάς μετανάστευσε από την Εξωγή στην Αυστραλία, και λίγο μετά τον ακολούθησε και ο νεώτερος αδελφός του, Μαρίνος Λεκατσάς (MarinoLucas).
Οι Ιθακήσιοι των Αντιπόδων – 3
Η σειρά αυτή των δημοσιευμάτων για τους Κεφαλονίτες και Ιθακήσιους της Αυστραλίας αποτελούν διασκευή πρόσφατων ομιλιών μου στο Αργοστόλι και το Βαθύ.
Στις 28 Φεβρουαρίου 1893, ο Λεκατσάς παντρεύτηκε την Αγγλίδα Margaret Wilson, τότε επικεφαλής του τμήματος γουνών του καταστήματος Foy & Gibson. Η ίδια βαφτίστηκε Χριστιανή Ορθόδοξη και έπαιξε μεγάλο ρόλο στις επιχειρήσεις του συζύγου της, ενθαρρύνοντας τον σε όλα.

Το 1894, μαζί με τη σύζυγό του, ο τότε 32χρονος Λεκατσάς άνοιξε την πρώτη ελληνική καφετέρια στη Μελβούρνη που ονομαζόταν «The Town Hall Cafe» όπου εργάζονταν ως επί το πλείστον Έλληνες.
Σύντομα, ο Αντώνιος Λεκατσάς κατέκτησε τον τίτλο του πλουσιότερου Έλληνα της Αυστραλίας επιδεικνύοντας μια «μοναδική εμπορική ευφυΐα».

Χρημάτισε πρόεδρος της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας και επί 14 χρόνια ήταν ο πρώτος πρόεδρος της Φιλανθρωπικής Ένωσης Ιθακήσιων. Επίσης, χρημάτισε επίτιμος γενικός πρόξενος της Ελλάδας στο Σίδνεϊ από το 1923 έως το1926, ενώ το 1931, διορίστηκε επίτιμος γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Μελβούρνη, και διατήρησε την τιμητική αυτή θέση μέχρι το θάνατό του, στις 10 Αυγούστου 1946.
Ο ευφυής Ιθακήσιος είχε αναπτύξει μεγάλη φιλανθρωπική δράση κάνοντας πολλές δωρεές στο νησί του αλλά και όπου αλλού υπήρξε ανάγκη.
Το 1943 ο Λεκατσάς έστειλε το τεράστιο, για την εποχή εκείνη, ποσό των 10.000 αγγλικών λιρών στο Βρετανό ηγέτη, Oυίστον Τσόρτσιλ, για την ανακούφιση των θυμάτων των γερμανικών αεροπορικών επιδρομών στο Λονδίνο.
Οι επιχειρηματικές του δραστηριότητες περιλάμβαναν, όπως προανέφερα, το άνοιγμα και τη διαχείριση πολυτελών καφετεριών και εστιατορίων. Ένα από αυτά ήταν το Paris Cafe, σε κεντρικό δρόμο της Μελβούρνης που απασχολούσε προσωπικό 30 ατόμων υπό Γάλλο σεφ.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο Λεκατσάς προσέλαβε το διάσημο Αμερικανό αρχιτέκτονα, Walter Burley Griffin, να ανακαινίσει το Cafe Australia.
Να υπογραμμίσω ότι ο Walter Burley Griffin ήταν αυτός που εκπόνησε τα εντυπωσιακά σχέδια της νέας πρωτεύουσας της Αυστραλίας, της Καμπέρας.
Εμπνευσμένος από τη συνεχόμενη εμπορική και αρχιτεκτονική επιτυχία του Αμερικανού αρχιτέκτονα, ο Αντώνιος Λεκατσάς συνεργάστηκε με τον Γκρίφιν στην κατασκευή του κτιρίου Capitol House και του Capitol Cinema της Μελβούρνης αλλά και στην ανακαίνιση του αρχοντικού του.

O Αντώνιος Λεκατσάς επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1921, το 1930, το 1933 και το 1937. Στη διάρκεια των επισκέψεών του έκανε δωρεές για έργα στην Ιθάκη αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Το 1939, έγινε ο πρώτος Ελληνοαυστραλός που τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό των Ταξιαρχών για τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην Ελλάδα και τη θετή του δεύτερη πατρίδα.
Πέθανε στις 10 Αυγούστου 1946. Ενταφιάστηκε ως Έλληνας ορθόδοξος, στο Γενικό Νεκροταφείο Μελβούρνης.
Είχε αποκτήσει έξη κόρες.
Η ζωή του Αντώνη Λεκατσά είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα του ανήσυχου και δημιουργικού πνεύματος του Ιθακήσιου. Του ανθρώπου που δημιουργεί αλλά δεν ξεχνάει τον τόπο που γνώρισε το φως της ζωής.
Οι Ιθακήσιοι των Αντιπόδων – 4
Η σειρά αυτή των δημοσιευμάτων για τους Κεφαλονίτες και Ιθακήσιους της Αυστραλίας αποτελούν διασκευή πρόσφατων ομιλιών μου στο Αργοστόλι και το Βαθύ.
ΣΤΑΘΗΣ ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Στάθης Ραυτόπουλος υπήρξε ένας ακόμα σημαντικός Ιθακήσιος των Αντιπόδων.
Γεννήθηκε στην Κολλιερή το 1921.

Το 1934 ο πατέρας του, Σπύρος, που από χρόνια είχε μεταναστεύσει στην Αυστραλία, γύρισε για ένα μικρό διάστημα στην Ιθάκη όπου συναντήθηκε, για πρώτη φορά, με το γιο του Στάθη, ο οποίος ήταν ήδη 13 ετών. Επιστρέφοντας στην Αυστραλία πήρε μαζί του και το μικρό Στάθη. Να σημειωθεί ότι ο παππούς του είχε μεταναστεύσει στους Αντίποδες το 1895.
Οι σχέσεις της ευρύτερης οικογένειας Ραυτόπουλου με την Αυστραλία αρχίζουν πολύ πιο παλιά όταν το 1860 τα αδέλφια Πλάτωνας, Δημοσθένης και Σπύρος έφυγαν από την Ιθάκη με ένα βρετανικό πλοίο. Τα Επτάνησα ήταν ακόμα υπό βρετανική κατοχή και οι αποικιακές αρχές ήθελαν να μεταλαμπαδεύσουν τις αγροτικές γνώσεις των Επτανησίων στην μεγάλη αποικία του νότου.
Τα πρώτα χρόνια ο Στάθης τα πέρασε στην βορειοδυτική Βικτώρια, και συγκεκριμένα στην κωμόπολη Merbein. Εκεί η οικογένεια άνοιξε και λειτούργησε με επιτυχία μία καφετέρια και ένα φρουτοπωλείο και το 1937 εγκαταστάθηκε στη Μελβούρνη ασχολούμενη και πάλι με παρόμοια καταστήματα.

Ο Στάθης Ραυτόπουλος – με τον οποίο με είχε συνδέσει μια μακροχρόνια και ειλικρινής φιλία – ήταν ένα ανήσυχο πνεύμα και πολυσύνθετο ταλέντο. Ήταν ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας, ένας δημιουργικός καλλιτέχνης και ένας ρομαντικός ποιητής.
Από πολύ μικρός έδειξε την κλίση του προς το θέατρο, τον κινηματογράφο και την ποίηση.
Άρχισε να γράφει σε ηλικία 16 ετών και τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Φως» το 1942. Μέσα από τα ποιήματά του, ιδιαίτερα στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου, ανέβλυζε η αγάπη του για την Ελλάδα.
Εκτός από ποιήματα είχε γράψει και 7 κωμωδίες από τις οποίες οι 6 ανεβάστηκαν από διάφορους θιάσους.
Ο ερευνητής Κυριάκος Αμανατίδης έγραψε για το Στάθη Ραυτόπουλο:
«…Υπήρξε ένα διαρκές και εμφατικό παρόν στην επιχειρηματική, πολιτιστική, πνευματική, καλλιτεχνική, εθνική και κοινωνική ζωή της ομογένειας της Μελβούρνης, και γενικότερα της Αυστραλίας. Δεν γνωρίζω άλλον ομογενή που να έχει αναπτύξει μια τόσο μακρόχρονη, πολυσχιδή και σημαντική δραστηριότητα…
»Αυτό που επιθυμώ, συνέχισε ο Κυριάκος Αμανατίδης, είναι να καταδείξω πως ο Στάθης Ραυτόπουλος υπήρξε ένας γνήσιος ελεγειακός, λυρικός και ρομαντικός ποιητής…

»Ο κύριος κορμός των ποιημάτων του περιλαμβάνεται στις ακόλουθες έξι ποιητικές του συλλογές:
Ελευθερίας Απάνθισμα, 1943
Νοσταλγίες και Όνειρα, 1952
Καϋμοί της Ξενητειάς, 1971
Αδούλωτη Κύπρος, 1974
Η Μπαλλάντα του Ξενητεμένου, 1979
Το τραγούδι της Ιθάκης, Έμμετρο Οδοιπορικό της Ιθάκης, 1986 ενώ το 1996 κυκλοφόρησε η δίγλωσση ανθολογία «Καράβια, Λιμάνια και Θάλασσες», απαρτιζόμενη από επιλογή δημοσιευμένων ποιημάτων του Ραυτόπουλου…»
Στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου, υπηρέτησε στον Αυστραλιανό Στρατό ως διασκεδαστής ενώ τόσο πριν τον πόλεμο όσο και μετά συνέβαλε στην παραγωγή θεατρικών παραστάσεων παίζοντας μάλιστα σε ορισμένες από αυτές.
Η αγάπη του για τον κινηματογράφο τον οδήγησε, το 1949, στην ίδρυση της εταιρίας Dionysus Films η οποία έκανε εισαγωγές ελληνικών ταινιών που προβάλλονταν σε κινηματοθέατρα που διαχειριζόταν ο ίδιος.
Οι Ιθακήσιοι των Αντιπόδων – 6
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΪΖΗΣ
Είχα τη χαρά και την τύχη να γνωρίσω άλλο ένα άξιο τέκνο της Ιθάκης που διέπρεψε στον πνευματικό και καλλιτεχνικό κόσμο των Αντιπόδων – τον αξέχαστο Γιώργο Παϊζη. Ήταν ηθοποιός, σκηνοθέτης, ποιητής και – το σημαντικότερο ένας ευαίσθητος και υπέροχος άνθρωπος.
Ο Γιώργος Παϊζης γεννήθηκε στο Σταυρό στις 9 Ιανουαρίου του 1893 και έφυγε από την αγαπημένη του Ιθάκη το 1906 σε ηλικία μόλις 13 ετών. Όπως μου είχε αναφέρει, στην Αθήνα φοίτησε σε Τεχνική Σχολή και έκανε μαθήματα υποκριτικής στη Σχολή Παρνασσού πριν πάρει την απόφαση να μεταναστεύσει, το 1910, στην Αυστραλία και συγκεκριμένα στο Σίδνεϊ κρατώντας μια βαλίτσα γεμάτη δημιουργικές ανησυχίες.
Το 1912 ο Γιώργος Παϊζης έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρώτη παράσταση παροικιακού θιάσου στο Σίδνεϊ, το κωμειδύλλιο «Η λύρα του γερο-Νικόλα» του Δημητρίου Κόκκου. Το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία στις ελληνοαυστραλιανέςκοινότητες και στα εκεί παροικιακά ελληνικά σχολεία τα επόμενα χρόνια.
Ο Γιώργος Παϊζης το διάστημα 1912-1915 έπαιζε στο Repertory Theatre Society που διεύθυνε ο Αυστραλός θεατράνθρωπος Gregor MacMahon.
Το 1915 ο Γιώργος Παϊζης και ο Αλέξανδρος Γρίβας, που σημειωτέον ήταν ο ιδρυτής της εφημερίδας του Σίδνεϊ «Πανελλήνιος Κήρυξ», δημιούργησαν τον Ελληνικό Φιλοδραματικό Σύλλογο, που ήταν ο πρώτος ελληνικός θίασος της Αυστραλίας.
Το 1936 ο Γιώργος Παϊζης κέρδισε το πρώτο βραβείο σε καλλιτεχνικό διαγωνισμό και λίγο αργότερα ίδρυσε τον Ελληνικό Θεατρικό Όμιλο Αυστραλίας με δική του ορχήστρα που διεύθυνε ο Όμηρος Παλμίστρας, για να ακολουθήσει η ίδρυση ελληνικών θεατρικών θιάσων σε όλες τις πρωτεύουσες των Πολιτειών της Αυστραλίας με κύριο στόχο τη συγκέντρωση χρημάτων για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Ο Παΐζης είχε ήδη καταφέρει να κερδίσει το τίτλο του πρωτοπόρου στα καλλιτεχνικά γίγνεσθαι της ομογένειας αλλά και της ευρύτερης αυστραλιανής κοινωνίας.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η φιλομάθεια του Γιώργου Παϊζη τον οδήγησε, σε ηλικία 70 ετών, να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
Ο Παϊζης είχε εκδόσει και τη δίγλωσση ποιητική συλλογή «Αγριολούλουδα» που περιείχε ένα απάνθισμα του ποιητικού έργου. Να σημειώσω ότι τη μετάφραση των ποιημάτων στα αγγλικά είχε κάνει η αείμνηστη πρώτη σύζυγός μου, Τζόαν, ενώ την επιμέλεια της έκδοσης είχα αναλάβει εγώ.
Από το ποίημά του «Θιάκι» αναβλύζει όλη αυτή η αγάπη που είχε για το νησί του:
Η αύρα πνέει πιο γλυκά, στ’ όμορφο το νησί μας /
και τ’ άστρα λάμπουν πιο λαμπρά, ψηλά στον ουρανό /
και σαν μαγνήτης στρέφεται σε σένα η ψυχή μας /
Ιθάκη μου αλησμόνητη, νησί μαγευτικό.
Η καλλιτεχνική και πνευματική προσφορά του Παΐζη ήταν συνεχής επί 7 και πλέον δεκαετίες έως το 1984, όταν έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών.
Όπως ο ίδιος μου είχε εξομολογηθεί, τα πρώτα χρόνια της άφιξής του στο Σίδνεϊ είχε ερωτευθεί μια Ελληνοαυστραλή αλλά παρά την ανταπόκρισή της στον έρωτά του, οι δικοί της τον είχαν απορρίψει γιατί ήταν… θεατρίνος!
Η ερωτική αυτή απογοήτευση στάθηκε αιτία να μη νυμφευτεί ποτέ αλλά και να μην γυρίσει ποτέ στα πάτρια εδάφη!
Πολλές πληροφορίες γύρω από τη ζωή του Γιώργου Παϊζη μου έδωσε ο καλός φίλος Γιώργος Καναράκης, επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τσαρλς Στερτ της Αυστραλίας, ο οποίος είχε γράψει γύρω από τον αείμνηστο καλλιτέχνη: «Η περίπτωση του Παϊζη είναι μια από τις σπάνιες στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου της Αυστραλίας, γιατί ανάμεσα στους ερασιτέχνες ήταν για δεκαετίες ο μόνος απόλυτα δοσμένος στην ιδέα του θεάτρου και ο μόνος επαγγελματίας».


Οι Ιθακήσιοι των Αντιπόδων – 7
TONY RAFTY (ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ) – 1
Ένα ακόμα μεγάλο τέκνο της Ιθάκης, ήταν ο Αντώνης Ραυτόπουλος ή Τόνυ Ράφτυ, όπως έγινε διάσημος…
«Όταν βάζεις κάτω το κεφάλι και δουλεύεις σκληρά, υποκλίνεσαι σε αυτό που αγαπάς και στο τέλος θα ανταμειφθείς».
Αυτά ήταν τα σοφά λόγια που άκουσα από το διάσημο σκιτσογράφο Τόνυ Ράφτυ, όταν συναντηθήκαμε, για πρώτη φορά, τυχαία, στα γραφεία της Ένωσης Συντακτών Αυστραλίας, στο Σίδνεϊ, πριν 50 περίπου χρόνια.
Είχα πάει να υποβάλω αίτηση για να γίνω μέλος και ο αξέχαστος Τόνυ, διοικητικό στέλεχος της Ένωσης Συντακτών, άκουσε το όνομα μου καθώς το έλεγα στην υπάλληλο και με πλησίασε. «Από πού κατάγεσαι νεαρέ;» με ρώτησε και όταν του απάντησα «από την Κεφαλονιά» μου είπε: «όταν τελειώσεις με τις διατυπώσεις, έλα να πιούμε καφέ στο εντευκτήριο…». Κάπως έτσι άρχισε η φιλία μας που κράτησε δεκαετίες ολόκληρες.
Ο Τόνυ Ράφτυ γεννήθηκε στην Αυστραλία αλλά οι ρίζες του ξεκινούν από την Ιθάκη που υπεραγαπούσε.
Ο πατέρας του, Διονύσης, είχε γεννηθεί στο Σταυρό και στην Αυστραλία πήγε το 1902. Το 1912 επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με δύο του αδέρφια για να πολεμήσουν εναντίον των Τούρκων. Το 1915 γνώρισε τη σύζυγό του, Αγγελική, το γένος Καραβία, από το Βαθύ, και επέστρεψαν την ίδια χρονιά μαζί στην Αυστραλία. Λίγους μήνες αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου, γεννήθηκε ο Τόνυ.
Παρότι γέννημα και θρέμμα της Αυστραλίας, ο Τόνυ έτρεφε μια ιδιαίτερη αγάπη για την Ελλάδα και δεν παρέλειπε στα έργα του να συμπεριλαμβάνει και στοιχεία που αποκάλυπταν τις ρίζες του.
Το σπίτι του, στο όμορφο προάστιο του Σίδνεϊ, Λιτλ Μπέϊ, που επισκεπτόμουνα συχνά, σου έδινε την εντύπωση μιας μεγάλης γκαλερί. Όπου και να κοίταζες θα έβλεπες γελοιογραφίες. Στο χολ, στη σάλα, στο γραφείο, στα υπνοδωμάτια και φυσικά στο ατελιέ του, στο χώρο που δημιουργούσε.
Ο Αντώνης Ραυτόπουλος, ήταν αεικίνητος μέχρι λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή. Είχε αστείρευτα αποθέματα ενέργειας και δημιουργικότητας.
«Η δημιουργία, η γελοιογραφία, μου δίνει ζωή» μού είχε πει πολλές φορές.
Οι καρικατούρες τού Τόνυ – που φιλοτεχνούσε πάντα σε συναντήσεις με τα θέματά του και όχι από φωτογραφίες – αριθμούν χιλιάδες και, το σημαντικότερο, οι περισσότερες έχουν χειρόγραφη αφιέρωση της προσωπικότητας που απεικονίζουν. Πρόεδροι των ΗΠΑ, πρωθυπουργοί της Αυστραλίας, διεθνείς καλλιτέχνες, παίκτες του κρίκετ και του γκολφ, αστέρες των Ολυμπιακών Αγώνων. Μάλιστα η καρικατούρα των Μπιτλς – που είχε γίνει όταν είχαν επισκεφθεί την Αυστραλία – θεωρείται ότι είναι η μοναδική στον κόσμο με όλες τις υπογραφές των Σκαθαριών!
Ο Τόνυ ήταν ο πρώτος καρικατουρίστας στον κόσμο που έργα του έγιναν γραμματόσημα.
Ο δημιουργικός αυτός Ιθακήσιος απέκτησε φήμη και σαν καρικατουρίστας του Αυστραλιανού Στρατού στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου – τότε που με τη γραφίδα του απαθανάτιζε τη φρίκη των μαχών στον Ειρηνικό. Αλλά και σε καιρό ειρήνης με τις γελοιογραφίες του έκανε το δικό του πόλεμο, λέγοντας με λίγες πινελιές όσα άλλοι πρέπει να πουν με εκατοντάδες λέξεις.
Όταν τον είχα ρωτήσει πόσες καρικατούρες έχει φιλοτεχνήσει, μού απάντησε: «Χιλιάδες, πάνω από 15 χιλιάδες, πού να κάτσω να τις μετρήσω…»
Ο Τόνυ Ράφτυ, όπως προανέφερα, βρέθηκε να υπηρετεί – ως επίσημος σκιτσογράφος του Αυστραλιανού Στρατού και παράλληλα σαν ανταποκριτής-σκιτσογράφος εφημερίδων του Σίδνεϊ – στα νησιά βόρεια της Αυστραλίας και στην Ασία. Τις δημιουργίες του έστελνε με στρατιωτικά περιστέρια από την Παπούα Νέα Γουϊνέα στο Ντάργουϊν της Βόρειας Αυστραλίας.
Ο Τόνυ Ράφτυ στο ατελιέ του ανάμεσα σε αμέτρητες δημιουργίες του.
Η καρικατούρα των Μπιτλς – θεωρείται ότι είναι η μοναδική στον κόσμο με όλες τις υπογραφές των Σκαθαριών!