Ο Α. Μεταξάς εμψύχωσε το Γέρο του Μοριά στη νίκη κατά του Δράμαλη, το 1822

Ενας Κεφαλλήνας εμψύχωσε τον απογοητευμένο Γέρο του Μωριά, το δύσκολο καλοκαίρι του 1822. Η απόδειξη και η άγνωστη συνομιλία του κόντε Ανδρέα Μεταξά με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, πριν την μάχη των Δερβενακίων.

Στις 26 Ιουλίου 1822, στην θέση «Δερβενάκια», στα μικρά ορεινά περάσματα μεταξύ Κορίνθου και πεδιάδος του Άργους, διεξήχθη μια σωτήρια για την επανάσταση μάχη, η οποία αποτέλεσε ένα ισχυρό και καταλυτικό κτύπημα εις βάρος του Μαχμούτ πασσά της Δράμας (Δράμαλη Πασά).

Όμως τί είχε συμβεί λίγες μέρες νωρίτερα; Ποιος ήταν αυτός που εμψύχωσε τον απογοητευμένο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη;

Από τα «Απομνημονεύματα περί Ελληνικής Επαναστάσεως υπό Φωτάκου», πρώτου Υπασπιστή του Γέρου του Μωριά (το πραγματικό όνομα του Υπασπιστή ήταν Φώτιος Χρυσανθακόπουλος) και συγκεκριμένα στις σελ 186, 187 και 188, μπορούμε να βρούμε εκπληκτικά στοιχεία για εκείνες τις δύσκολες ώρες της επαναστάσεως.

Μετά την επιβεβαίωση της είδησης καθόδου του Δράμαλη Πασά, επικράτησε στην Ελληνική πλευρά προβληματισμός και πανικός, που έφθασε τα όρια ολοκληρωτικής απώλειας όλων όσων είχαν επιτευχθεί μέχρι εκείνη την στιγμή. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης διέθετε δυο χιλιάδες ενόπλους, τους οποίους συντηρούσε με δικά του έξοδα. Έστειλε στην Νεμέα τους χιλίους επτακόσιους άνδρες του και κράτησε μόνον τριακοσίους κοντά του, οδεύοντας για τον Αχλαδόκαμπο. Εκεί συνάντησε Μανιάτες, οι οποίοι φοβισμένοι έφευγαν για την πατρίδα τους. «Στου διαβόλου την μάνα να πάτε κακαβούλια, τους είπεν ο αρχηγός και ετράβηξε δια το Ταβούλι».

Στο χωριό αυτό, βρήκε πολλούς να έχουν καταφύγει από τους Μύλους και το Ναύπλιο, όπως τους Δημήτριο Υψηλάντη, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Πάνο Κολοκοτρώνη, ΠαπαΦλέσα, τον Ιθακήσιο Δ. Ευμορφόπουλο, όλους φοβισμένους και ταραγμένους. Εκεί μετέβη και ο Κόντε Ανδρέας Μεταξάς με τους Σπύρο Παπαλεξόπουλο και Ανδρέα Καλαμογδάρτη. Η προσωρινή «Κυβέρνησις» (ή Εκτελεστικόν) τρομοκρατημένη, είχε μπει σε καράβια. Γράφει ο Φωτάκος: «Όλοι απελπίστηκαν και ανεμοσκορπίστηκαν …θρήνος και κλαυθμός πολύς εγίνετο τότε εις όλην την πόλιν του Άργους». Ο Κολοκοτρώνης είχε αδικηθεί λίγο καιρό πριν, από την «Προσωρινή Κυβέρνηση», διότι παρά τις νίκες του σε Βαλτέτσι, Τριπολιτσά, κλπ, είχε παραγκωνισθεί και τα ηνία της εξουσίας είχαν περάσει σε ανθρώπους με ύποπτους στόχους. Όλοι φοβόντουσαν να του μιλήσουν.

Ηταν 9η Ιουλίου 1822. Ο κόντε Μεταξάς, ο Κεφαλλήνας οπλαρχηγός ο οποίος τον Απρίλιο του 1821 είχε ξεκινήσει με σώμα ενόπλων από το Αργοστόλι και είχε διαπρέψει στην μάχη του Λάλα τον Ιούνιο του ίδιου έτους, ήταν ο μόνος που πήρε παράμερα τον Κολοκοτρώνη και του είπε τα κάτωθι λόγια: «Τι στοχάζεσαι Κολοκοτρώνη, ο χαϊμος της πατρίδος φέρει ατιμία εις εσένα. Εις τούτο ο λαός τι πταίει; Καθώς και η νίκη σου φέρει τιμήν, οι άλλοι φεύγουν, κρύβονται, σκεπάζονται, δεν μένει εις αυτούς τίποτε..».

Πρώτη φορά τότε άκουσε ο Γέρος του Μωριά με πολύ προσοχή τους λόγους του κόντε Λάλα, συγκινήθηκε βαθιά, και πήρε την οριστική του απόφαση να οργανώσει την άμυνα κατά του Δράμαλη Πασά. Τα θερμά πατριωτικά λόγια ενός Κεφαλλήνα, όπως αυτά έχουν αποτυπωθεί στα απομνημονεύματα του πρώτου Υπασπιστή, ήταν αυτά που έδωσαν ένα όραμα νίκης στα μάτια του Κολοκοτρώνη και τον έκαναν να βάλει, προσωρινά, στην άκρη την πίκρα του από τις μεθοδεύσεις του «Εκτελεστικού» και των διορισμένων «Μινίστρων».

Ανδρέας Μεταξάς
Απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα περί Ελληνικής Επαναστάσεως υπό Φωτάκου» σελ.188: Ο Α. Μεταξάς παροτρύνει τον Κολοκοτρώνη εμψύυχώνει το Γερό του Μωριά να συνεχίσει τον Αγώνα.
Θεόδωρος Κολωκοτρώνης