Παιδί και Πένθος: Μαθαίνοντας την απώλεια


Της Γεωργίας Βρεττού*


Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου (γονέας, παππούς, γιαγιά, αδελφός) είναι ένα ιδιαίτερα οδυνηρό και στρεσσογόνο γεγονός που μπορεί να βιώσει ένα άτομο κατά την διάρκεια της ζωής του. Όταν δε αυτή η τόσο στενάχωρη συνθήκη αφορά παιδιά, η διαχείριση της γίνεται ακόμα πιο σύνθετη. Πολλές φορές αναρωτιόμαστε τι καταλαβαίνει ένα παιδί για τον θάνατο, πώς αισθάνεται όταν χάνει ένα αγαπημένο του πρόσωπο, ποιες επιπτώσεις έχει αυτή η απώλεια στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του και στην εξέλιξη του και πώς μπορούμε εμείς να το βοηθήσουμε.

Ανάλογα την ηλικία, διαφέρει και η αντίληψη που έχουν τα παιδιά για τον θάνατο και ο τρόπος αντίδρασης τους σε αυτόν. Μέχρι την πρώτη νηπιακή ηλικία (μέχρι 3 ετών) τα παιδιά δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την έννοια του θανάτου, αντιλαμβάνονται όμως την απουσία και την θλίψη των ενηλίκων. Συνήθως τα παιδιά αυτών των ηλικιών επειδή δεν μπορούν να εκφράσουν λεκτικά αυτό που αισθάνονται, εμφανίζουν πιθανές διαταραχές στον ύπνο και στην διατροφή τους και επίμονες συμπεριφορές ευερεθιστότητας. Στην προσχολική ηλικία (3- 6 ετών) έχουν αναπτύξει μια πολύ περιορισμένη αντίληψη της έννοιας του θανάτου. Αντιλαμβάνονται τον θάνατο σαν αποχωρισμό αλλά δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την μονιμότητα του γεγονότος. Πιστεύουν ότι το άτομο που πέθανε μπορεί να επιστρέψει. Συνήθως παρουσιάζουν συμπεριφορές παλινδρόμησης (νυχτερινή ενούρηση, πιπίλισμα κ.α.). Τα παιδιά σχολικής ηλικίας (έως 12 ετών) αρχίζουν να κατανοούν την μονιμότητα του θανάτου, πολλές φορές όμως θεωρούν ότι συμβαίνει μόνο στους άλλους. Συνηθίζουν να εμφανίζουν φοβίες, δυσκολίες στη μάθηση, διαταραχές διάθεσης (π.χ. έντονα επιθετική συμπεριφορά). Οι έφηβοι κατανοούν πλήρως το νόημα και την μονιμότητα του θανάτου. Συνήθως λαμβάνουν υποστήριξη από το φιλικό και οικογενειακό περιβάλλον, πολλές φορές όμως μπορεί να απομονώνονται και να επιλέγουν έτσι να διαχειριστούν μόνοι τους τα συναισθήματα της απώλειας. Μπορεί να αντιδράσουν με κυνικό τρόπο στον θάνατο αγαπημένου προσώπου ή να παρουσιάσουν άρνηση. Συνηθισμένες αντιδράσεις σε αυτή την ηλικιακή ομάδα είναι αγχώδεις εκδηλώσεις, παρατεταμένος και φαινομενικά αδικαιολόγητος θυμός, σχολική αποτυχία, διατροφικές διαταραχές, παραπτωματική ή προκλητική συμπεριφορά, έντονη θλίψη και απομόνωση.

Πως ενημερώνουμε ένα παιδί για ένα τόσο δυσάρεστο γεγονός;

  • Δεν αποκρύπτουμε το γεγονός, ενημερώνουμε έγκαιρα και με απλά και σαφή  λόγια. Πολλές φορές η απόκρυψη του γεγονότος ή η παροχή ψευδών πληροφοριών όχι μόνο δεν βοηθάει το παιδί, αλλά το μπερδεύει κάνοντας το να απομονωθεί και να προσπαθήσει να δώσει δική του ερμηνεία.  Επίσης, λέξεις όπως «χάθηκε», «έφυγε» μπορούν να παρερμηνευτούν, ιδιαίτερα από παιδιά μικρής ηλικίας. Ακούμε προσεκτικά το παιδί και προσπαθούμε να λύσουμε όποιες απορίες έχει, εφόσον γνωρίζουμε τις απαντήσεις. Έχουμε υπομονή, πολλές φορές τα παιδιά κάνουν επανειλημμένα  τις ίδιες ερωτήσεις σχετικά με το γεγονός προκειμένου να το αφομοιώσουν.
  • Ενθαρρύνουμε το παιδί να εκφραστεί και να μιλήσει για την απώλεια. Είναι πολύ σημαντικό το παιδί να αισθανθεί άνετα να εκφράσει αυτό που αισθάνεται και χρειάζεται από εμάς να δείξουμε κατανόηση και αποδοχή. Ακόμα, στην περίπτωση που το παιδί δεν είναι ακόμα έτοιμο να εκφραστεί και επιλέγει την σιωπή οφείλουμε να το σεβαστούμε και να μην το πιέσουμε. Η διαδικασία του πένθους παίρνει αρκετό χρόνο και είναι σημαντικό το παιδί να γνωρίζει ότι δεν είναι κάτι με το οποίο πρέπει να τελειώνουμε.
  • Επιτρέπουμε στο παιδί, εφόσον το επιθυμεί, να συμμετέχει στις οικογενειακές εκδηλώσεις πένθους. Η συμμετοχή του παιδιού σε εκδηλώσεις πένθους, όπως η κηδεία ή το μνημόσυνο, απαιτεί καλή προετοιμασία και ενημέρωση του παιδιού για το τι πρόκειται να συμβεί εκεί και φυσικά απαιτείται η θέληση του παιδιού να εμπλακεί στη διαδικασία. Για το εάν επιτρέπεται ένα παιδί να παρακολουθήσει ή όχι μία τέτοιου είδους τελετή εξαρτάται από την ηλικία του και την ικανότητα του να κατανοήσει την κατάσταση, την ιδιοσυγκρασία του αλλά και την σχέση του με τον θανόντα.
  • Εξασφαλίζουμε την σταθερότητα και την συνέχεια στην καθημερινότητα του παιδιού. Ενημερώνουμε το σχολείο για την συνθήκη έτσι ώστε οι εκπαιδευτικοί να στηρίξουν και να ανταποκριθούν στις ανάγκες του παιδιού. Διατηρούμε, όσο είναι δυνατό, το περιβάλλον και τις συνθήκες ζωής του παιδιού. Όσο σημαντικό είναι να επιβεβαιώσουμε το παιδί ότι οι συνήθειες και ο τρόπο ζωής του θα παραμείνουν σταθερά, άλλο τόσο είναι σημαντικό να το ενημερώσουμε για πιθανές αλλαγές που μπορεί να προκύψουν. Τα παιδιά ανησυχούν για το μέλλον και τέτοιου είδους συζητήσεις τους καλλιεργούν αισθήματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης, αισθήματα σημαντικά για να κατευνάσουν το άγχος και την ανασφάλεια της περιόδου.
  • Προσπαθούμε να διατηρούμε ζωντανή την ανάμνηση του αγαπημένου προσώπου. Αναφερόμαστε στο πρόσωπο που πέθανε, μοιραζόμαστε αναμνήσεις που έχουμε μαζί του, θυμόμαστε επετείους και γιορτές, βοηθάμε το παιδί να βρει τρόπους να διατηρήσει ζωντανή την ανάμνηση π.χ. δημιουργία άλμπουμ φωτογραφιών.

Πότε πρέπει να ανησυχήσουμε;

Κάποιες φορές το παιδί που θρηνεί μπορεί να παρουσιάσει κάποιες ανησυχητικές αντιδράσεις, όπως έντονες και παρατεταμένες σωματικές ενοχλήσεις όμοιες με αυτές που παρουσίαζε το άτομο πριν πεθάνει, παρατεταμένες διαταραχές στη διατροφή και στον ύπνο, παρατεταμένη αποχή από το παιχνίδι και τις σχέσεις με συνομηλίκους και παρατεταμένα προβλήματα στη σχολική απόδοση και στις σχέσεις με συμμαθητές ή εκπαιδευτικούς. Επίσης, το παιδί μπορεί επίμονα να κατηγορεί τον εαυτό του ή τους άλλους για αυτό που συνέβη, να εκδηλώνει αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές ή ακόμα και σκέψεις αυτοκτονίας, αντιδράσεις που θα πρέπει να μας ανησυχήσουν ώστε να ανατρέξουμε σε ειδικούς για βοήθεια.

Καταλήγοντας, η σοβαρή ασθένεια ή ο θάνατος ενός σημαντικού προσώπου αποτελεί μια από τις δυσκολότερες συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει ένα παιδί. Η συζήτηση με έναν ειδικό ψυχικής υγείας διευκολύνει την διαχείριση του θανάτου του αγαπημένου προσώπου από το παιδί και την οικογένεια και την προσαρμογή τους στη νέα συνθήκη. 

*Κοινωνική Λειτουργός ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. Κεφαλληνίας