Γιορτάστηκε και φέτος μεγαλοπρεπέστατα η Υπαπαντή, η «Αζαλιωτοπούλα»

Ξημέρωσε της Υπαπαντής του Κυρίου Ιησού Χριστού και ο καιρός βρισκόταν στο μεταίχμιο της αλλαγής, να φύγουν οι ψυχροί άνεμοι και να έρθουν οι νότιοι. Μέσα σε τέτοια ανάμεικτη θερμοκρασία, βρέθηκα με την παρέα μου στα Ζόλα της Θηνιάς, στις 2-2-2019, ημέρα Σάββατο όπου και το μεγάλο πανηγύρι της Κυρά της Υπαπαντής των Απεργαίων στην ομώνυμη εκκλησία αυτού του χωριού.

Η ώρα πρωινή κατά τις 8:30 π. μ, όπου καθώς ανέβαινα την δαφνοσπαρμένη ανηφορική μπασιά του καμπαναριού και του αύλειου χώρου του ναού, ακουγόταν μελωδικά τα ψαλτικά της δεσποτικής εορτής του Χριστού.

Ἀκατάληπτόν ἐστι, τ

ὸ τελούμενον ἐν σοί,

 καὶ Ἀγγέλοις καὶ βροτοῖς,

Μητροπάρθενε ἁγνή.

Ἀγκαλίζεται χερσίν,

ὁ Πρεσβύτης Συμεών,

τὸν τοῦ νόμου Ποιητήν,

καὶ Δεσπότην τοῦ παντός.

Θεοτόκε ἡ ἐλπίς, πάντων

τῶν Χριστιανῶν,

σκέπε φρούρει φύλαττε,

 τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ.

Μόλις μπήκα στο ναό αντίκρισα εν χορώ τους ψαλτάδες από το Αργοστόλι, με μαέστρο τον Βασίλη Καλογηρά στο κέντρο του ναού και ανάμεσά τους τον μητροπολίτης μας, κον Δημήτριον, κι έψαλλαν αρμονικά της αγίας ημέρας τα υμνολογικά. Όπως κάθε φορά στο πανηγύρι, έτοιμος ο Γιώργος Νικολάου Απέργης μ’ ένα μεγάλο κοντάρι στα χέρια να «τσιγκλά» τους πολυέλαιους να κάνουν μια κίνηση για να «προκαλέσει» τη θεία ενέργεια και τη χαρά που δίνει τούτη η κίνηση στη Θεία Λειτουργία.

Μετά από λίγο ήρθαν και τα μέλη του ΚΑΠΗ Αργοστολίου και πολλοί φίλοι από τη Θηνιά και γιόμισε ο ναός της Υπαπαντής κόσμο, που με πολλή ευλάβεια παρακολούθησε τη τέλεση της Θείας Εορτής του Χριστού μας.

 Συλλειτούργησαν μαζί με τον Μητροπολίτη μας, κον Δημήτριο και οι ιερείς: π. Ανδρέας Σβορώνος και π. Ξενοφώντας Ζαρκάδας και οι δυο διάκοι: Βασίλειος Ζήσης και Κωνσταντίνος Ζαπάντης.

Εξωτερικά ο αύλειος χώρος ήταν ευπρεπισμένος και όμορφα διακοσμημένος από τον πάρεδρο του χωριού Γεώργιο Αποστόλη Απέργη και τον Γεώργιο Νικολάου Απέργη. Οι επίτροποι του ναού: Γεώργιος Αποστόλη Απέργης, Γεράσιμος Νικολάου Απέργης και οι αναπληρωματικοί: Μεταξάς Απέργης και Ελένη Ιωάννη Απέργη είχαν φροντίσει το εσωτερικό του ναού και την κάθε λεπτομέρεια για να πάει καλά το πανηγύρι του χωριού. Όλα ήταν τακτοποιημένα με περίσσια τάξη, από τη διακόσμηση και τα κεριά έως τις αρτοκλασίες και το ζεύκι που δόθηκε στο κελί μετά το πέρας της Εορταστικής Θείας Λειτουργίας. Βοηθός τους και ο Γεώργιος Νικολάου Απέργης που δεν ξεχνούσε να τρέξει για οτιδήποτε ήταν αναγκαίο. Βέβαια, πρώτο μέλημά του «το περά δὠθεν» των πολυελαίων και καντηλιών, που τόσο επιβλητικά γίνεται σ’ αυτό το πανηγύρι του νησιού μας.

Επίσης και ο Γεράσιμος Παναγή Ξένος διακονούσε στο Ιερό για ότι έπρεπε, ώστε να προχωρήσουν όμορφα τα εκκλησιαστικά τελετουργικά. Αυτός σήμανε και τις καμπάνες και τούτη τη φορά κόντρα στον άνεμο, που πραγματικά θέριζε την περιοχή.

 Στα δύο καλανάρχο είχαν μοιραστεί οι ψαλτάδες και συναγωνίζονταν μελωδικά για την καλύτερη εκτέλεση. Τούτο το όμορφο «σιωπηλό κοντραστάρισμα» μου άρεσε, γιατί πάνω σε τέτοια –απαράτα- δημιουργήθηκε η εκκλησιαστική κεφαλληνιακή μουσική. Σήμερα δεν παράγουμε μέσα από υγιή συναγωνισμό κάτι όμορφο, κάτι πέρα από τα συνηθισμένα και τα παλιά. Απλά διατηρούμε όπως μπορούμε την παλιά γραμμή, χωρίς να καινοτομούμε πράξεις προόδου. Φωνητικά και οι δυο ομάδες ήταν στα φόρτε τους.

Ο Βασίλης Καλογηράς με ένα μέρος από την ομάδα του, στα δεξιά του ναού ήταν πιο κλασικός στη ψαλτική του, μελωδικός, προσεγμένος στα κρεσέντα, χωρίς απότομες φωνασκίες και άγαρμπες νότες. Πρόκειται για ένα χοράρχη που ξέρει να δίνει τη σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στο κάθε μέλος που μαζί του εκτελεί ένα εκκλησιαστικό και όχι μόνο, άσμα. Στον αριστερό καλανάρχο με μαέστρο τον Μενέλαο τον Σωτηρόπουλο ήταν η υπόλοιπη ομάδα, η οποία είχε πιο γλυκό άκουσμα, λόγω μπάσων κι άπλωνε πιο «χορτάτα» ο ήχος. Στα μονοφωνικά ο Μάκης ο Γαλιατσάτος- Μποέτας εκφράστηκε απλόχερα φωνητικά ξεδιπλώνοντας ποικίλα το τάλαντό του , που τον παρακινούσε να εκφράζεται με την κίνηση του χεριού του, καθώς έψαλλε με στεντόρεια φωνή, ωσάν να απευθυνόταν άμεσα στους αγίους που αναφερόταν το ψαλτικό υλικό της ημέρας.

Το Αποστολικό ανάγνωσμα από τον Μενέλαο Σωτηρόπουλο ήταν υπέροχο, σωστό στις αναπνοές του, γιομάτο αποχρώσεις φωνητικές με καταληκτήρια κορώνα λίγο πριν το τέλος, για να σβήσει ήρεμα και αρμονικά στο ύφος που προστάζει το κείμενο. Το «Σε Υμνούμε» που όλοι μαζί έψαλλαν ήταν πολύ στρωτό κι εναρμόνιο, έχοντας όπως κι άλλα εκκλησιαστικά τροπάρια που έψαλλαν, τον τρόπο της «εκκλησιαστικής αριέττας».

Δηλαδή, κάτι που πρέπει να τονιστεί στο ψαλτικό μέρος έντονα και να «τραβήξει» μπροστά ως οδηγός, το ψάλλει μονοφωνικά ο τενόρος και έπειτα μπαίνουν οι άλλες φωνές και τον «ντύνουν» μελωδικά ολοκληρώνοντας το ψαλτικό άκουσμα του εκκλησιαστικού άσματος.

Στο τέλος ο προεξάρχον σεβασμιότατος Κεφαλληνίας Δημήτριος μίλησε για την εορτή της Υπαπαντής, επεξηγώντας λεπτομέρειες από τα εκκλησιαστικά κείμενα της εορτής. Ο μητροπολίτης μετέφερε με κριτική σκέψη το εθιμικό του σαραντίσματος των παιδιών στις μέρες μας και, πως δεν έχει κανένας να φοβηθεί τίποτε αν πιστεύει δυνατά, όταν βάλλεται από κακόβουλους και πονηρούς, που έχουν σκοπό να χαλάσουν αυτό που μας υπαγορεύει η πίστη των πατέρων μας και της ιστορίας μας ως Έθνος.

Ακολούθησαν κεράσματα, ζεύκι για τους ιερείς και τους ψαλτάδες και φίλους του χωριού.

Ο χρόνος μου ήταν ελάχιστος μετά από τη θεία Λειτουργία, έπρεπε να φύγω, κάτι άλλο με πρόσταζε αναγκαίο. Στη διαδρομή της επιστροφής μου προς το Ληξούρι, σκεφτόμουν ένα από τα μεγάλα μηνύματα της εορτής της Υπαπαντής του Χριστού μας, που λέει το Ευαγγέλιο της ημέρας αυτής. Τα λόγια του Γέροντα Συμεών είναι ακόμη επίκαιρα στο είναι κάθε ανθρώπου…, λόγια για τον Χριστό μας, που στην εποχή μας προσπαθούν «οι δυνατοί» να μας γιομίσουν αμφιβολία και ανασφάλεια στην πίστη μας, για δικό τους όφελος.

(…Ιδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾽Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον (καὶ σοῦ [δὲ] αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία), ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν

διαλογισμοί.)

Χρόνια Πολλά στους Αζολιάτες

και του Χρόνου και Πολλούς

με Υπαπαντή βρεγμένη

ως το κόκκαλο!


Βαρειά Ληξουρίου: Ο γιορταστικός εσπερινός της Υπαπαντής


Ψιλόβρεχε που έφτασα στην Κυρά την Υπαπαντή, στην περιοχή Βαρειά του Ληξουρίου. Θυμήθηκα την παροιμία, που λέει πως …«Η Κυρά η Υπαπαντή, αν δεν έχει το νερό της, το δανείζεται».

Ήταν τέσσαρις το απόγευμα , παραμονή της δεσποτικής εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου Ιησού Χριστού και σε αυτό το ναό ( Ιερά Μονή της Υπαπαντής) του Ληξουρίου συνάζονται πολλοί Ληξουριώτες και ευλαβούνται τη μεγάλη ημέρα της εορτή του Σαραντίσματος του Χριστού μας.

Η οικογένεια του μακαρίτη Αναστασίου Κολαΐτη, η γυναίκα του, η αγαπητή Πολυξένη, τα παιδιά τους, η Γιάννα και ο Παναγιώτης είχαν τακτοποιήσει με πολύ μεράκι την κάθε λεπτομέρεια για την ευπρέπεια του ναού, εσωτερικά και εξωτερικά, για να τιμήσουν την εορτή της οικογενειακής τους εκκλησιάς . Συντονιστής και λεπτολόγος ο άνδρας της Γιάννας , ο Δημήτρης Πανταλός, που μερακλήδικα «κέντησε» το κάθε τι για να ομορφύνει το ναό και τον αύλειο χώρο του.

Πριν προχωρήσει η ώρα, με τον ουρανό να είναι κάπως συννεφιασμένος, ο Δημήτρης Πανταλός, άρπαξε τα σκοινιά που ήταν δεμένα με τα κλωσίδια των δυο καμπανών και με ρυθμό μελωδικό έδωσε το ξεκίνημα του εορταστικού εσπερινού.

Στα ψαλτικά αναλόγια, ήταν οι: ο Σπύρος Έρτσος και ο Σπύρος Θεοτοκάτος και δίπλα τους κι άλλοι βοηθοί ψαλτάδες όπως ο Νικόλαος Σαβράμης, ο Χαράλαμπος Ραλλάτος, ο Σπύρος Σταθάτος κι άλλοι, ενώ οι ιερείς ήταν: ο π Χαράλαμπος Μαρκέτος και ο π. Γεράσιμος Σφαέλος.

Οι ψαλτικές μελωδίες ήχησαν στρωτές από τους έμπειρους ψάλτες, ιδίως όμως ήταν εντυπωσιακά τα ποικιλόχρωμα ανεβοκατεβάσματα στη φωνή τους, όταν ανέγνωσαν τις προφητείες της εορτής. Κορύφωση απετέλεσε το «Φως Ιλαρόν» που θύμισε το παλιό υπέροχο κεφαλονίτικο ηχόχρωμα, που είναι «ζυμωμένο» το εκκλησιαστικό άκουσμα με το κανταδόρικο ύφος του τόπου μας.

Όλα ήταν όμορφα μέσα σε μια ατμόσφαιρα εκκλησιαστική, ευλαβική στο σύνολό της, με δυνατή την παρουσία των πιστών, που δείχνει πως το ένστικτό τους ξέρει να τους οδηγεί και να στερεώνει την ψυχή τους, στις δύσκολες και πονηρές μέρες, που οι δυνατοί του κόσμου σχεδιάζουν για τα συμφέροντά τους. Η παρηγοριά φάνηκε στην βλέψη –παρατήρηση, πως, πολλοί γονείς οδήγησαν τα παιδιά τους στο ναό, κοντά στο θείο, δείχνοντάς τους το δρόμο της σιγουριάς και της καλής επικοινωνίας, που όλοι μας έχουμε ανάγκη. Δείξε στο παιδί σου εικόνες παράδοσης, εικόνες πράξης και αγάπης, εικόνες κοντά στο καλό και στο Θεό, για να οδηγηθεί με τη σειρά του σε καλή πορεία. Γιατί , αλλιώς θα πλανάται το ερώτημα, το οποίο και θα μας το καταλογίσουν αργότερα τα παιδιά μας, «Πώς να δείξει το δρόμο, αυτός που δεν τον διάβηκε;»