Η τελευταία εμφάνιση Βενιζέλου στη Βουλή: Τον χειροκρότησαν βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, χαιρέτησε βουρκωμένος. «Έχει ο Θεός», απάντησε

Συγκινησιακά φορτισμένος ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος στην τελευταία του ομιλία στη Βουλή, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις και τις επιλογές της Φώφης Γεννηματά που ουσιαστικά τον έθεσαν εκτός ψηφοδελτίων.

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε σήμερα την τελευταία του ομιλία στη Βουλή λαμβάνοντας το λόγο στη συζήτηση για τον Ποινικό Κώδικα, από την οποία απείχε η αντιπολίτευση. Ετσι, η τελευταία ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου στην Ολομέλεια έγινε ενώπιον μόνο των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι και τον χειροκρότησαν στο τέλος.

Από το Κίνημα Αλλαγής ο μόνος που ήταν παρών στην αίθουσα και χειροκρότησε ήταν ο Λεωνίδας Γρηγοράκος, βουλευτής Λακωνίας, ο οποίος έχει ήδη προαναγγείλει ότι θα τεθεί θέμα ηγεσίας για την κυρία Γεννηματά αν το αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης Ιουλίου δεν είναι καλό.

Χαιρέτησε τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Βενιζέλος

Ακολούθως, ο κ. Βενιζέλος κατέβηκε στα βουλευτικά έδρανα και χαιρέτησε έναν έναν, δια χειραψίας, τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που βρίσκονταν στην Ολομέλεια. Η συναισθηματική φόρτιση του Ευάγγελου Βενιζέλου ήταν εμφανής. Αμέσως μετά επισκέφθηκε τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά στο γραφείο του στη Βουλή, όπου έμεινε για περίπου πέντε λεπτά και ακολούθως πήγε στα γραφεία των κοινοβουλευτικών συντακτών.

Βουρκωμένος στους δημοσιογράφους ο Βενιζέλος

Και εκεί ο κ. Βενιζέλος έντονα συγκινημένος, σχεδόν βουρκωμένος, χαιρέτησε δια χειραψίας όλους τους δημοσιογράφους που βρίσκονταν στο χώρο και οι οποίοι φυσικά τον ρώτησαν αν πρόκειται να τον ξαναδούν σύντομα στη Βουλή. «Θα το δούμε, έχει ο θεός», απάντησε ο κ. Βενιζέλος, με τους δημοσιογράφους να επιμένουν και να του λένε «εννοούμε στην επόμενη βουλή, όχι γενικά στο μέλλον». Ο Ευάγγελος Βενιζέλος απάντησε με ένα πονηρό χαμόγελο.

Καρέ καρέ η συγκινητική τελευταία εμφάνιση του Βενιζέλου στην Ολομέλεια

Παρότι το ΚΙΝΑΛ είχε αποχωρήσει από την αίθουσα, καθώς δεν συμμετέχει στη συζήτηση για το νέο Ποινικό Κώδικα, ο βουλευτής Λεωνίδας Γρηγοράκος βρέθηκε στην αίθουσα προκειμένου να παρακολουθήσει την τελευταία ομιλία στη Βουλή του Ευάγγελου Βενιζέλου.


Ο κ. Βενιζέλος συγκινημένος, στα βουλευτικά έδρανα.


Αμέσως μετά την τελευταία του ομιλία στη Βουλή:

Χαιρέτησε τους προσκεκλημένους στη σημερινή συνεδρίαση της βουλής:


Συγκίνηση αλλά και χαμόγελα από τον κ. Βενιζέλο:


Αυτή ήταν η τελευταία εμφάνιση του κ. Βενιζέλου στη Βουλή, μετά τις εξελίξεις του περασμένου Σαββάτου και τις επιλογές της κυρίας Γεννηματά, που ουσιαστικά τον έθεσαν εκτός ψηφοδελτίων.


Ο κ. Βενιζέλος χαιρέτησε δια χειραψίας τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που βρίσκονταν στην αίθουσα.


Ανάμεσά τους ο πρώην υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος.


Και τον βουλευτή Βασίλη Λάππα:


Στα βουλευτικά έδρανα και ο Νϊκος Βούτσης.


Και η Χαρά Καφαντάρη.


Εμφανώς συγκινημένος ο κ. Βενιζέλος χαιρέτησε τους βουλευτές, τους υπαλλήλους της Βουλής και τους δημοσιογράφους.


Μετά την ομιλία, πάντως, κατευθύνθηκε στο γραφείο του Αντώνη Σαμαρά.


Διαβάστε την τελευταία ομιλία Βενιζέλου

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019

Αποχαιρετιστήρια ομιλία Ευάγγελου Βενιζέλου

στην Ολομέλεια της Βουλής

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η σημερινή συνεδρίαση είναι η τελευταία στην οποία μετέχω του Σώματος της Βουλής των Ελλήνων, καθώς είναι βέβαιον ότι δεν θα είμαι μέλος της Βουλής της επομένης περιόδου. Ζήτησα λοιπόν να λάβω το λόγο, παρότι η κοινοβουλευτική ομάδα στην οποία εξακολουθώ να ανήκω έχει ήδη δηλώσει ότι αποχωρεί, γιατί θεωρώ ότι είναι υποχρέωσή μου να απευθυνθώ στην αίθουσα και το Σώμα για να πω μερικά λόγια αποχαιρετισμού.

Συμβαίνει όμως, σήμερα, η Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων να συζητά και να καλείται να ψηφίσει δύο θεμελιώδη νομοθετήματα, τα σχέδια νόμου για την κύρωση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα της Ποινικής Δικονομίας. Έχω λοιπόν υποχρέωση, όχι τόσο κοινοβουλευτική όσο επιστημονική, ως δάσκαλος Συνταγματικού Δικαίου και ως μαθητής του Ιωάννη Μανωλεδάκη που μας δίδαξε, μαζί με πολλούς άλλους και κυρίως μαζί με το Νίκο Παρασκευόπουλο, τη σημασία του ποινικού φιλελευθερισμού, να τοποθετηθώ παρεμπιπτόντως, έστω και σύντομα, γύρω από τα θέματα αυτά.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι τα νομοθετήματα αυτά, του 1950, που φέρουν συμπτωματικώς μία άλλη πολύ σημαντική, για εμένα, υπογραφή, αυτή του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Θεμιστοκλή Τσάτσου, λειτούργησαν επί δεκαετίες ως υποδειγματικά νομοθετήματα, αλλά σταδιακά, ιδίως ως προς τον Ποινικό Κώδικα, διασπάσθηκε η δογματική συνοχή του νομοθετήματος. Προέκυψε το φαινόμενο του πληθωρισμού των απειλούμενων και επιβαλλόμενων ποινών. Έγιναν, για διάφορους λόγους, από όλες τις Βουλές όλων των περιόδων, νομοθετικές παρεμβάσεις σε σχέση με την έκτιση των ποινών και την υπό όρους απόλυση, για λόγους πρακτικούς, και τελικά φθάσαμε σε ένα φαινόμενο το οποίο είναι εξαιρετικά ανησυχητικό και προσβάλει ευθέως το Κράτος Δικαίου και το Σύνταγμα της χώρας. Φθάσαμε στη βάναυση προσβολή της αρχής της αναλογικότητας στην ίδια την αξιολόγηση των προστατευόμενων έννομων αγαθών. Υπάρχουν έννομα αγαθά που προστατεύονται με πολύ αυστηρές ποινές, οι οποίες απειλούνται, ενώ αυτά είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με άλλα έννομα αγαθά που προστατεύονται μέσα από διαφορετική ποινική μεταχείριση.

Αυτό είναι η καρδιά του προβλήματος και είναι αδιανόητο να συμβαίνει σε ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου. Συνεπώς, ο εκσυγχρονισμός των κωδίκων είναι απολύτως αναγκαίος, γιατί, αν μη τι άλλο, πρέπει να υπάρξει εναρμόνιση με το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και, βεβαίως, με τις σύγχρονες αντιλήψεις του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού. Η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της επιείκειας είναι πυλώνες αυτού του πολιτισμού και είμαι πραγματικά υπερήφανος γιατί το 2001, ως Γενικός Εισηγητής της αναθεώρησης του Συντάγματος, πρότεινα –και έγινε δεκτό– να εισαχθεί ρητά η αρχή της αναλογικότητας στο άρθρο 25 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Είχα πει ερωτώμενος, από όλη την αναθεώρηση του 2001, που ήταν σχεδόν ολική, εάν έπρεπε να κρατήσετε μία διάταξη, ποια διάταξη θα κρατούσατε; Θα έλεγα ότι η διάταξη αυτή είναι η διάταξη του άρθρου 25 του Συντάγματος.

Επιπλέον όλων αυτών, υπάρχει μία Κοινωνιολογία του Δικαίου και μία Κοινωνιολογία της Δικαιοσύνης που μας λέει ότι ο αυστηρός δικαστής τελικά δεν έχει να φοβηθεί τίποτα, ακόμη και όταν είναι δυσανάλογος και αναιτιολόγητος, ενώ ο επιεικής δικαστής τελεί υπό τη δαμόκλειο σπάθη του εσωτερικού ελέγχου, που είναι η πιο ακραία μορφή προσβολής της λεγόμενης εσωτερικής ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.

Συμφωνώ με τη διαπίστωση πως δεν πρόκειται για μία νομοθετική πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ, πρόκειται για μία καθυστερημένη ενέργεια που είχε υποχρέωση να πράξει η κυβέρνηση, όχι μόνον η παρούσα, αλλά και η προηγούμενη –ίσως και πολλές προηγούμενες– και τιμώ τα παριστάμενα μέλη των Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών, μεταξύ των οποίων βρίσκονται αγαπητοί φίλοι και συνάδελφοι, βρίσκονται εκλεκτοί θεράποντες της Δικαιοσύνης, μέλη της Ακαδημαϊκής Κοινότητας, αλλά και μαθητές μου, κάτι που με κάνει ακόμα περισσότερο υπερήφανο. Στο πρόσωπο του κ. Χριστόφορου Αργυρόπουλου που, κατά τη γνώμη μου, είναι η ενσάρκωση της αξιοπρέπειας και της ποιότητας στο πεδίο της μαχόμενης δικηγορίας, αλλά και του νομικού πολιτισμού, θέλω να χαιρετίσω και να τιμήσω όλα τα μέλη των Νομοπαρασκευαστικών Επιτροπών, μνημονεύοντας ειδικότερα και τον αγαπητό φίλο Βασίλη Μαρκή, με τον οποίο συμπορευόμαστε σε πολλά ζητήματα.

Υπάρχουν επιμέρους αντιρρήσεις, υπάρχουν προβλήματα. Η νομολογία θα επεξεργασθεί τις νέες διατάξεις, οι βελτιώσεις θα γίνουν αναγκαστικά, αλλά, προς Θεού, χωρίς να θιγεί η συστηματικότητα και η δογματική συνοχή των νέων κωδίκων. Όμως, αναμφίβολα, το συνολικό βήμα είναι και θετικό και αναγκαίο.

Παρακολούθησα τα όσα είπε ο κ. Κοντονής και τη συζήτηση για τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ της έναρξης της τυπικής ισχύος και της έναρξης της ουσιαστικής ισχύος του νόμου. Στο πεδίο του Ποινικού Δικαίου, σύμφωνα με τις αντιλήψεις που έχουν τώρα πια καλλιεργηθεί και επικρατήσει και σύμφωνα με τις αντιλήψεις που διαπερνούν τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που έχει δεχθεί ότι το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κατοχυρώνει ρητά και την αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου ποινικού νόμου, δεν μπορεί να υπάρξει καταστρατήγηση της αρχής αυτής μέσω μίας τεχνητής διάκρισης μεταξύ δημοσίευσης και έναρξης ισχύος, δηλαδή μεταξύ τυπικής ισχύος και ουσιαστικής ισχύος του νόμου. Αυτό υφέρπει στη νομολογία, στις δύο πιο πρόσφατες αποφάσεις του Στρασβούργου τις οποίες παρακολουθώ, γιατί μέχρι τώρα είμαι ο γενικός εισηγητής της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εφαρμογή των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στα 47 κράτη-μέλη του Συμβουλίου. Λυπάμαι που η αποχώρησή μου από τη Βουλή στερεί και εμένα προσωπικά αλλά και τη χώρα από την ιδιότητα αυτή του εισηγητού και ελπίζω ο διάδοχός μου να συνεχίσει στην ίδια γραμμή με την στήριξη των στελεχών της Γραμματείας.

Στις αποφάσεις λοιπόν Scoppola vs Italy No2 του 2009 του Μεγάλου Τμήματος και Ruban vs Ukraine του 2016 του πέμπτου τμήματος, αποτυπώνεται αυτή η αρχή. Άρα θεωρώ ότι πρέπει να προβλεφθεί, αν μην τι άλλο, ότι δεν μπορεί το Δικαστήριο να βρεθεί σε αμηχανία εάν δει να δημοσιεύεται ο νόμος αλλά να μην ισχύει ουσιαστικά, διότι η αρχή της οικονομίας της δίκης δεν θα του επιτρέψει να εκδώσει μία απόφαση, η οποία θα καταπέσει μετά με τα ένδικα μέσα. Άρα αυτό πρέπει να προβλεφθεί ρητά, να προβλεφθεί δηλαδή αν μην τι άλλο ή η άμεση δημοσίευση και ισχύς ή έστω ότι δεν θα εκδοθούν αποφάσεις παρά μετά την 1η Ιουλίου, για να αποφευχθεί αυτή η αντινομία η οποία παραβιάζει την ασφάλεια του δικαίου και το άρθρο 7 του Συντάγματος και το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Άλλωστε, εάν επηρεάζονται δίκες, που κατά πάσα πιθανότητα επηρεάζονται, θα επηρεαστούν και στις 10 Ιουνίου και την 1η Ιουλίου και τη 16η Σεπτεμβρίου. Οι ίδιες δίκες είναι, δεν προχωρά με τέτοιους ρυθμούς η ποινική Δικαιοσύνη, δυστυχώς προχωρά με τραγικά αργούς ρυθμούς, άρα δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά, ουσιαστικό αντικείμενο δηλαδή στη συζήτηση αυτή.

Έρχομαι όμως τώρα στο ευθύτερα πολιτικό μέρος της ομιλίας μου αυτής. Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η ψήφιση των κωδίκων θα έπρεπε να έχει γίνει πολύ νωρίτερα, σε πολιτικά ανύποπτο χρόνο υπό συνθήκες πολιτικής συναίνεσης. Η κυβέρνηση θα έπειθε τότε ότι σέβεται πραγματικά τον ποινικό φιλελευθερισμό και το Κράτος Δικαίου, γιατί, θα μου επιτρέψετε να πω ότι οι αντιρρήσεις μου, για το εάν πράγματι σέβεται τους κανόνες αυτούς, είναι πάρα πολύ μεγάλες. Είδαμε τα τελευταία χρόνια να παραβιάζεται συστηματικά στην αίθουσα αυτή από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό το τεκμήριο αθωότητας. Είδαμε να παραβιάζεται συστηματικά από κυβερνητικούς κύκλους η μυστικότητα της ποινικής προδικασίας, η ίδια η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.

Η δε κάλυψη των θέσεων του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου έχει τραυματίσει ούτως ή άλλως τη Δικαιοσύνη, διότι η αρμοδιότητα της κυβέρνησης γεννάται, η κατά χρόνον αρμοδιότητα, με την κένωση των θέσεων. Μόνο προπαρασκευαστικές ενέργειες μπορούν να γίνουν πριν οι οποίες προβλέπονται από απλό νόμο που έχει κριθεί αντισυνταγματικός με πρακτικό της Διοικητικής Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Άρα η κατά χρόνον αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου γεννάται την 1η Ιουλίου, αλλά την 1η Ιουλίου είναι διαλελυμένη η Βουλή και άρα δεν υπάρχει νομιμοποίηση, δηλαδή δεν υπάρχει δεσμός με τη λαϊκή κυριαρχία που να νομιμοποιεί το Υπουργικό Συμβούλιο να παρέμβει στη δομή της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και της διάκρισης των εξουσιών. Το σχήμα είναι πάρα πολύ απλό και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είμαι βέβαιος ότι το έχει υπόψη του.

Δεν θα μιλήσω σήμερα σε αυτή την αποχαιρετιστήρια ομιλία για το τι έγινε στην τραγική σκευωρία της υπόθεσης Novartis, αλλά οι αναφορές του Αντιεισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κ. Ιωάννη Αγγελή, δεν μπορούν να μείνουν αναπάντητες. Οι μηνύσεις που υπεβλήθησαν από προστατευόμενο μάρτυρα κατά προστατευμένων μαρτύρων δεν μπορούν να μείνουν αναπάντητες. Είναι ευτύχημα ότι ο νέος Ποινικός Κώδικας δεν καθιστά επιεικέστερα τα άρθρα 134 και 239, που είναι κρίσιμα για τη διερεύνηση της σκευωρίας αυτής.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, αποχωρώ από τη Βουλή των Ελλήνων μετά από 26 και πλέον χρόνια συνεχούς και αδιάλειπτης θητείας στα έδρανα αυτά. Εκλέχθηκα βουλευτής Θεσσαλονίκης, πολλές φορές πρώτος σε σταυρούς προτίμησης, σε δέκα διαφορετικές εκλογικές αναμετρήσεις. Υπηρέτησα 17 χρόνια την κυβέρνηση και την κυβερνητική πλειοψηφία από διάφορες υπουργικές θέσεις, έως και τη θέση του Αντιπροέδρου της κυβέρνησης και του κυβερνητικού εταίρου. Έχω διατελέσει αρχηγός κόμματος και βουλευτής της αντιπολίτευσης εννέα χρόνια και θέλω να ευχαριστήσω την Ελληνική Δημοκρατία γιατί με τίμησε με τόσο υψηλά αξιώματα. Θέλω να ευχαριστήσω όλους τους Βουλευτές όλων των βουλευτικών περιόδων –και της παρούσας– ανεξαρτήτως κομματικής τοποθέτησης, για τη συνεργασία και για τις αντιπαραθέσεις, που είναι η ουσία της Δημοκρατίας. Θεωρώ κορυφαία κοινοβουλευτική στιγμή την άσκηση των καθηκόντων του Γενικού Εισηγητή της αναθεώρησης από το 1995 έως το 2001. Και λυπάμαι γιατί έτυχε να είναι κολοβή η σημερινή συνεδρίαση, λόγω της αποχώρησης της αντιπολίτευσης, της μείζονος αλλά και άλλων κομμάτων.

Θα ήθελα, πραγματικά, να απευθυνθώ σήμερα σε όλες και όλους τους Βουλευτές, πρωτίστως όμως να απευθυνθώ στην αίθουσα. Οι τοίχοι της αίθουσας αυτής έχουν αυτιά και μνήμη. Η κοινοβουλευτική ιστορία είναι το πιο σημαντικό, ίσως, τμήμα της συνολικής ιστορίας του έθνους τους δύο αιώνες ζωής του νέου ελληνικού κράτους. Στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις και στα πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων συμπυκνώνεται η αγωνία, η εμπειρία, τα επιτεύγματα, οι ήττες και οι νίκες του έθνους. Είναι το corpus του συνολικού κεκτημένου του τόπου.

Τώρα έχω την ευκαιρία να απευθύνομαι όχι μόνο στην αίθουσα, αλλά και στους πολιτικούς μου αντιπάλους, στην απερχόμενη κυβερνητική πλειοψηφία, κατά βάσιν, του ΣΥΡΙΖΑ. Εύχομαι καταρχάς στην επόμενη Βουλή, ως αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ να αντιληφθεί πλήρως τη σημασία της εθνικής ενότητας, όπως αντιλήφθηκε εκ των πραγμάτων, έστω με μεγάλη καθυστέρηση, τη σημασία του αγώνα που δόθηκε από το 2010 για τη διάσωση της χώρας. Εύχομαι να συνειδητοποιήσει τη σημασία που έχουν τα δικαιώματα της αντιπολίτευσης ως προς τη λειτουργία της Βουλής και των Επιτροπών της, τη σημασία και την αξία του κοινοβουλευτικού ελέγχου, τώρα που δεν θα νέμεται την εξουσία. Να αντιληφθεί την ανάγκη προστασίας και ενίσχυσης του κύρους του Κοινοβουλίου ως συμβολικού τόπου της Δημοκρατίας. Αλλά, φυσικά, αυτό ισχύει και για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που διεκδικεί να καταλάβει την κυβέρνηση και για τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης που διεκδικούν να παίξουν ρόλο στο θεσμικό οικοδόμημα του τόπου. Πρέπει και αυτά να διδαχθούν εξίσου πολύ και να το αποδείξουν αυτό στην πράξη.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ήταν ελαφρώς καλύτερο από το αναμενόμενο, σε σχέση με την άνοδο του εθνικολαϊκισμού και της ακροδεξιάς, και δείχνει μία ενίσχυση του κέντρου, κυρίως των Φιλελευθέρων και των Πράσινων. Όμως δεν έχει εξαλειφθεί, το αντίθετο, η κρίση της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας, ο κίνδυνος της μετάλλαξής της σε μη φιλελεύθερη, σε αυταρχική δημοκρατία. Αυτός ο κίνδυνος εκκινεί από την κρίση νομιμοποίησης και την κρίση αντιπροσώπευσης των πολιτικών και κομματικών συστημάτων. Εκκινεί πάντα ως κρίση του Κοινοβουλίου και του κοινοβουλευτισμού. Η απαξίωση της Βουλής και του βουλευτή οδηγεί αναπόφευκτα στην απαξίωση της Δημοκρατίας. Η σύγχρονη Δημοκρατία ή είναι αντιπροσωπευτική ή δεν υπάρχει.

Ελπίζω και εύχομαι η Βουλή της επόμενης περιόδου να ανταποκριθεί στις μεγάλες θεσμικές εθνικές, κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις που είναι προφανείς. Πρώτον, στην αναθεώρηση του Συντάγματος την οποία μπορεί να συντελέσει για κρίσιμα θέματα, όπως ο τρόπος εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, με απλή πλειοψηφία, και αυτό συνέβη λόγω της ανιστόρητης αλαζονείας του ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις προειδοποιήσεις μου.

Η δεύτερη μεγάλη υποχρέωση της επόμενης Βουλής είναι η αποκατάσταση του κύρους των θεσμών, της Δικαιοσύνης, των ανεξάρτητων Αρχών, της Δημόσιας Διοίκησης. Η ανάδειξη ενός κράτους λειτουργικού, ευφυούς και αποτελεσματικού. Το μείζον όμως είναι η υιοθέτηση, με την ευρύτερη δυνατή πολιτική και κοινωνική συναίνεση, ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, ενός νέου κοινωνικού και εθνικού συμβολαίου με μία κοινωνία που αντιλαμβάνεται την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων και δεν τις αντιμετωπίζει φοβικά, αλλά φιλικά, γιατί αφορούν και στηρίζουν τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα.

Η χώρα έχει ανάγκη από μεγάλα συστήματα που, δυστυχώς, δεν διαθέτει πραγματικά και αναφέρομαι στο τραπεζικό, το ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα. Μόνον έτσι έχει νόημα η συζήτηση για ανταγωνιστικότητα, κάλυψη του επενδυτικού κενού, υπέρβαση της στασιμοχρεωκοπίας και της αναιμικής ανάπτυξης, αποφυγή του δημοσιονομικού κενού και διασφάλιση δημοσιονομικού χώρου. Αυτά προϋποθέτουν, πρωτίστως, διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και ανασύσταση της μεσαίας τάξης.

Θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά, όλες και όλους προσωπικά, τον Πρόεδρο της Βουλής, τα μέλη του Προεδρείου, τα υπηρεσιακά στελέχη του Σώματος. Δεν θα είμαι, όπως είπα, μέλος της επόμενης Βουλής, είμαι όμως και θα είμαι πάντα μάχιμος και ενεργός πολίτης και πιστεύω ότι αυτό είναι ό,τι σημαντικότερο μπορεί να κάνει κάποιος σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα όπως το δικό μας.

Σας ευχαριστώ.

(iefimerida.gr)