Καλή σας ημέρα και καλή χρονιά σε όλους, με υγεία, αγάπη και κάθε καλό.
Λυπάμαι που το μήνυμά μου είναι εκτός του πνεύματος των ημερών, αλλά νιώθω πραγματικά ότι πρέπει να προβληματιστούμε σοβαρά μπροστά σε κάποιες ανθρώπινες (;) συμπεριφορές.
Στο χωριό μου, τον Αγκώνα, εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία, καμία από τις γάτες μας δεν έχει καταφέρει να ζήσει περισσότερο από ένα, ενάμισι με το ζόρι χρόνο!!!. Δεν μιλάω μονάχα για τις γάτες της γειτονιάς μου, είναι ένα φαινόμενο για το οποίο έχουν παραπονεθεί πολλοί χωριανοί. Μιλάμε για γάτες που στα χωριά μας είναι χρήσιμες, για γάτες που είναι ταϊσμένες και χορτάτες και δεν πάνε να κλέψουν, που δεν ενοχλούν πραγματικά κανέναν. Γάτες που τις μεγαλώνουμε, τις προσέχουμε, όχι “του σαλονιού”, χωριατόγατες που έχουν μάθει και να κυνηγάνε και να επιβιώνουν.
Κι όμως, οι γάτες μας χάνονται. Από την αυλή μας, τις τελευταίες είκοσι μέρες χάθηκαν τέσσερις. Πέντε-έξι ακόμα έχουν χαθεί από τη γειτονιά από το καλοκαίρι ίσαμε τώρα. Οι δύο σε μια νύχτα. Χάνονται και δεν τις ξαναβρίσκουμε ποτέ. Ελάχιστες όλα αυτά τα χρόνια τις έχουμε βρει κάπου νεκρές από κάποιο αμάξι. Κανείς δεν ξέρει τον χαμό τους. Ούτε τον λόγο. Πραγματικά, όσοι τα προσέχουμε αυτά τα γατιά δεν έχουμε διαφορές με κανέναν, δεν έχουμε ενοχλήσει ποτέ κανέναν. Γιατί, τότε;
Είναι δυνατόν, τόσες πολλές φορές τα τελευταία χρόνια (μιλάμε για δεκάδες γατιά), να ταΐζεις αποβραδίς τη γάτα και το επόμενο πρωί να μην την ξαναβλέπεις; Και τί να υποθέσεις; Ποιος να το κάνει; Και γιατί να το κάνει;
Ποιος ανθρώπινος νους βρίσκει ευχαρίστηση στο να “εξαφανίζει” αθώα ζώα, τα οποία ΔΕΝ τον ενοχλούν καν, αντίθετα είναι και χρήσιμα; Και τί άλλες “ευχαριστήσεις” μπορεί να έχει ένας νους που σκοτώνει ζώα; Πού μπορεί να φτάσει;
Και, πιστέψτε με, νιώθουμε πως δεν μπορούμε να κάνουμε απολύτως τίποτα. Τί να κάνεις; Να πας στην αστυνομία ή στον εισαγγελέα; Με ποια στοιχεία; Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι οι γάτες στον Αγκώνα εξαφανίζονται. Πώς; Με ποιο τρόπο; Γιατί; Κι έτσι, επαφίεσαι στην ανθρωπιά των άλλων. Ποια;
Βλέπω τη μάνα μου, που μένει μόνιμα στο χωριό, να στενοχωριέται. “Τα ταΐζω, τα προσέχω, τα μεγαλώνω… και χάνονται”. Έχει καταντήσει ρουτίνα πια. Και κάθε φορά που κι εγώ φεύγω και τα βλέπω να παίζουν στην αυλή και τα χωράφια, αναρωτιέμαι αν θα τα ξαναδώ να τρέχουν και να παίζουν την επόμενη φορά.
Σήμερα, άλλα δυο γατάκια δεν ξημερώθηκαν εκεί που κοιμούνταν, μαζί με άλλα τρία, που έχουν απομείνει, αγκαλιασμένα. Ελπίζω να γυρίσουν. Όπως κάθε φορά. Και ποτέ δεν γυρίζουν. Οι μανάδες τους χάθηκαν τις προηγούμενες δέκα μέρες. Δεν γύρισαν. Μία γάτα λίγο πιο μεγάλη (1 έτους) έχει απομείνει να τα φυλάει, κουτσή από το ένα πόδι, κι όμως τα παίρνει όλα αγκαλιά, κι ας μην είναι δικά της.
Εμείς οι άνθρωποι; Γιατί το κάνουμε αυτό; Γιατί; Είναι “μαγκιά;” Είναι “χόμπι”; Είναι “χαβαλές”, είναι καθαρή κακία;
Καλή χρονιά σε όλους. Ας μοιάσουμε λίγο περισσότερο σ’ αυτήν την κουτσή γάτα…