Μπήκε βρεγμένος κι έσταζε
ούτε να αλλάξει, τον ένοιαζε.
Δεκέμβρης ήταν παλικάρι νιο,
από τ’ αδέλφια όλα, πιο ψυχρό…
Δίπλα στο τζάκι μόνο εστάθη,
τα χέρια άπλωσε να ζεσταθεί.
Το παγωμένο χαμόγελο εχάθη,
ήξερε θα έρθει κρύο πιο πολύ…
Ήθελε όμως τις νυχτιές παρέα,
με φωτιές ποτά ξενύχτια ωραία.
Όμως φέτος το ήξερε πολύ καλά,
τέτοια πια, δεν έχει να ελπίζει,
χρόνος φονιάς περνά γκρεμίζει,
εκείνα τα ωραία που ‘ξερε παλιά….
(Βαγγέλης Θεοφιλάτος f/b)