«Αναμνήσεις» του Ακη Τσελέντη

Oπως σας είπα ήλθα για λίγες μέρες στο αγαπημένο μου Φισκάρδο. Η πρώτη μου βόλτα που κάνω όταν έρχομαι στο χωριό μου είναι να πηγαίνω στο κοιμητήριο μας όπου μεταφέρομαι στο κόσμο των δυνατών αναμνήσεων σαν ένα καθήκον, σαν ένα φόρο τιμής στους συντοπίτες μου που πια δεν είναι ανάμεσα μας. Αυτή τη φορά ήταν και η κυρά Αθηνά η μάνα μου ανάμεσά τους γειτόνευε με τη κυρά Αθανασία που είχε καταφτάσει στη γειτονιά των αγγέλων μας πριν 40 μέρες.

Σήμερα το μεσημέρι μετά το μνημόσυνο ξεφύλλισα με το Παναγή το Δενδρινό το παιδικό μου φίλο, το γιο της κυρά Αθανασίας, το άλμπουμ με τις ασπρόμαυρες αναμνήσεις μας από τα παιδικά μας χρόνια στο Φισκάρδο.

Ασπρόμαυρες φωτογραφίες με μια παλιά γοητεία που σήμερα μας σαγηνεύει και μας καθηλώνει πάνω τους. Φωτογραφίες, με τα χαρακτηριστικά πολύχρωμα πέτρινα παλιά Φισκαρδιώτικα σπίτια, παγωμένα δωμάτια που τα ζέσταινε το μαγκάλι, (ένας ντενεκές κομμένος στα δυο με λίγα κάρβουνα) κεραμοσκεπές που άφηναν τη βροχή να περνάει μέσα, χωματένιους δρόμους που τα καλοκαίρια έμπαζαν τη σκόνη κατά σύννεφα και τον χειμώνα πνίγονταν στη λάσπη.

Στους δρόμους αυτούς έβλεπες το πραματευτή που μας πούλαγε ρούχα για να ντυθούμε και τα ατέλειωτα παζάρια που κάνανε οι μανάδες μας.

Τα βράδια στη πλατεία μερικές φορές ερχόταν και ο συνεματζής με μια παλιά μηχανή και έπαιζε Ελληνικά μελό σε ένα απλωμένο σεντόνι.

Και τις Κυριακές τρώγαμε τα νόστιμα φαγητά που μαγείρευαν οι μανάδες μας με απλά υλικά του χωριού μας, φρέσκα ψάρια, το χιλιομουσκεμένο κοφίσι σκορδαλιά (ένα αποξηραμένο ψάρι σα καρεκλοπόδαρο που το μουσκεύαμε 2 μέρες στη θάλασσα για να μαλακώσει)… Και οχι αχινοσαλάτα, καρπάτσιο λαβράκι, τραγανό μπαρμπούνι πάνω σε μους καπνιστής μελιτζάνας, αλλά και χριστόψαρο σε μους σελινόριζας. Και για επιδόρπιο τρώγαμε γλυκό του κουταλιού από τα σταφύλια στην αυλή μας και όχι παρφέ μασκαρπόνε πάνω σε μπισκότο λεμόνι και κρέμα φρούτα του πάθους σαν αυτά που μαγειρεύουν οι σεφ στη τηλεόραση…

Δεν ξέρω τι είναι αυτό που βασανιστικά νοσταλγούμε σήμερα μέσα απ’ τα ρετιρέ, τις άνετες κουζίνες μας, τα πλυντήρια, τα στεγνωτήρια και την κεντρική θέρμανση.

Σίγουρα δεν είναι η φτώχεια της εποχής εκείνης που η χώρα, ρημαγμένη από μια απάνθρωπη ξένη κατοχή κι έναν αιματηρό εμφύλιο, προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της.

Ίσως ξαναγυρίζουμε στην παιδική ασφάλεια επειδή τραυματίστηκε βαριά το παρόν μας και σκοτώθηκε η ελπίδα μας για το μέλλον. Ίσως πάλι κάπου εκεί να ψάχνουμε θλιμμένοι το μικρό παιδί που όλοι κρύβουμε καλά μέσα μας, αυτό το υπέροχο πλάσμα που εξαναγκάστηκε να μεγαλώσει, να κοινωνικοποιηθεί, να φορτωθεί ευθύνες και να “χωρέσει” μέσα στους ασφυκτικούς περιορισμούς της αποδεκτά σωστής ενήλικης συμπεριφοράς.

Ίσως και για να συναντηθούμε με δικούς μας ανθρώπους που έφυγαν για πάντα και μας άφησαν δυσαναπλήρωτο κενό. Να γευτούμε λίγη από τη γλύκα μιας αθωότητας που δεν έχουμε πια, να ξαναβρούμε αγάπες, έρωτες, φιλίες, όνειρα, λάθη, να ψηλαφίσουμε τα αναπότρεπτα χαμένα μιας ζωής που μετράει περισσότερο προς τα πίσω παρά προς τα εμπρός.

Κι είναι βέβαιο, ότι και τα παιδιά μας μετά από σαράντα πενήντα χρόνια, θα κάνουν ακριβώς το ίδιο. Θα σκύβουν μελαγχολικά -πάνω σε ψηφιακές φωτογραφίες αυτά, με σημερινούς υπολογιστές, lap tops, tablets και ipods, πάνω απ’ τα σημερινά μοντέλα αυτοκινήτων, πάνω απ’ τα σημερινά σχολεία και κτήρια.

Γιατί έτσι γίνεται πάντα. Γιατί τα νιάτα, τόσο όμορφα, κρατάνε μόνο μια φορά! Γιατί η ζωή είναι μόνο μία!

Εκείνα τα χρόνια πίστευα αυτό που μου έλεγε ο πατέρας μου, «παιδί μου ότι και να μάθεις προσπάθησε να είσαι πρώτος δεν έχει σημασία αν θα είσαι σκουπιδιάρης η γιατρός» και μου τόνιζε το “συν Αθηνά και χείρα κίνει”…

Όταν μεγάλωσα κατάλαβα ότι για μένα μόνο το “χείρα κίνει” παίζει σ’ αυτήν την ανόητη ζωή…, (εξαιρούνται κάτι λαμπρές περιπτώσεις που λέγονται δόντι, βύσμα, μέσον, μπάρμπας στην Κορώνη).

Επειδή βαρέθηκα να ακούω γι’ αυτό το Σύμπαν που τάχα συνωμοτεί για πάρτη μου, από κάποιους δήθεν γραμματιζούμενους που μόνο Πάουλο Κοέλιο διαβάζουν, προτείνω να συνωμοτούμε μόνοι μας για αυτά που θέλουμε. Μπορεί να μην μας βγουν όλα, θα έχουμε όμως να λέμε ότι προσπαθήσαμε.

(**) ο Coelio στον πολυδιαβασμένο Αλχυμιστή έγραψε «όταν θέλεις κάτι πολύ όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις».

ΑΚΗΣ ΤΣΕΛΕΝΤΗΣ FB